Η δολοφονία της Βάγιας Γκανιά
H Βάια Γκανιά γνώρισε και ερωτεύτηκε τρελά τον Κώστα Μ όταν ήταν μόλις 16 ετών. Ήταν τόσο «τυφλωμένη» από έρωτα που για να κάμψει τις αντιρρήσεις των γονιών της γι’ αυτή την σχέση «κλέφτηκε» με τον μετέπειτα σύζυγό της, ο οποίος ήταν 21 χρονών.
Τα πρώτα χρόνια της συζυγικής τους ζωής υπήρχε η αγάπη, ο έρωτας, ο σεβασμός και η εμπιστοσύνη, τα τέσσερα στοιχεία που αποτελούν τους πυλώνες της ευτυχισμένης έγγαμης ζωής. Το ζευγάρι είχε επιλέξει να ζήσει στο Μεγαλοχώρι, παρά το ότι δεν κατάγονταν κανείς από εκεί. Η Βάια εργαζόταν ως νοσηλεύτρια στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λάρισας και μέχρι το 2014 η οικογενειακή της ζωή κυλούσε σχετικά ομαλά, με κάποια μικροπροβλήματα, όπως συμβαίνει σε όλα τα ζευγάρια.
Η αρχή του τέλους
Ξαφνικά μετά τη γέννηση του τρίτου τους παιδιού, την ώρα μάλιστα που και η μεγάλη της κόρη έφερνε στη ζωή το πρώτο εγγόνι, η συμπεριφορά του συζύγου προς τη Βάγια άλλαξε ριζικά.
Η φλόγα του νεανικού έρωτα είχε ήδη σβήσει προ πολλού, και την αρμονική οικογενειακή ζωή, την διαδέχτηκε η καταπίεση, λεκτική βία και η σωματική κακοποίηση. Η Βάγια μην αντέχοντας άλλο την κατάσταση αρχίζει να σκέφτεται το χωρισμό, πράγμα που είχε ζητήσει πολλές φορές από τον άνδρα της, ο οποίος κάθε φορά που το άκουγε ξέσπαγε πάνω της και την κακοποιούσε.
Η Βάια η οποία ήταν δυναμική και δραστήρια γυναίκα (ήταν υποψήφια με τον συνδυασμό του δημάρχου Τρικκαίων Δ. Παπαστεργίου στο Τοπικό Συμβούλιο Γοργογυρίου, , ενώ παράλληλα φρόντιζε σπίτι, αλλά και τρία παιδιά, δεν άντεξε τον εξευτελισμό και την κακοποίηση, και καταφεύγει σε δικηγόρο υποβάλλοντας αίτηση διαζυγίου, ζητώντας παράλληλα να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα εναντίων του συζύγου της.
«Η μαμά έχει αίματα»
Ανήμερα της γιορτής του Αγίου Κωνσταντίνου στις 21.5.2018 επιστρέφει ο Κώστας από την μάντρα οικοδομικών υλικών, όπου εργαζόταν, στο σπίτι προσπαθώντας να επαναπροσεγγίσει την Βάγια καθώς την επόμενη μέρα έπρεπε να εμφανιστούν στο δικαστήριο όπου θα συζητιόταν τα ασφαλιστικά μέτρα. Η 45χρονη Βάγια η οποία έχει επιστρέψει από την δουλειά της μετά από νυχτερινή εφημερία στο νοσοκομείο, κοιμάται αμέριμνη μέσα. Ενώ όλα κυλούν φαινομενικά ομαλά, το μεσημέρι ξεσπά ανάμεσα στο ζευγάρι ένας ακόμη, άγριος καυγάς. Οι φωνές της γυναίκας μετατρέπονται σε κραυγές για βοήθεια και ξαφνικά απλώνεται μία νεκρική σιωπή.
Λίγα λεπτά αργότερα ο κ. Θωμάς Κ., γείτονας της βάγιας ακούει τις παιδικές φωνές των δύο ανήλικων παιδιών της γειτόνισσας να του φωνάζουν πώς η άτυχη γυναίκα «έχει αίματα» και τρέχει προς το σπίτι. Μπαίνοντας στο σπίτι αντικρίζει τα δύο ανήλικα παιδιά να είναι δίπλα στην κατακρεουργημένη γυναίκα. Προσπαθεί να αντιληφθεί αν η γυναίκα δείχνει κάποια σημάδια ζωής, πλην μάταια. Έντρομος καλεί ασθενοφόρο και την αστυνομία.
Η Σύλληψη
Ο σύζυγος και δράστης της στυγερής δολοφονίας, θα συλληφθεί λίγη ώρα μετά το άγριο φονικό μερικά μέτρα πιο κάτω από τον τόπο του εγκλήματος, υποστηρίζοντας πως η ζήλεια του, ήταν αυτή που του θόλωσε το μυαλό:
«Ζήλευα τη γυναίκα μου. Την είχα προειδοποιήσει αρκετές φορές ότι θα τη σκοτώσω. Μετάνιωσα γι’ αυτό που έκανα μόνο για τα παιδιά μου. Με προβληματίζει τι γνώμη θα σχηματίσουν τα παιδιά μου για εμένα. Ήξερα ότι ήταν στο διπλανό δωμάτιο τα παιδιά αλλά δεν ξέρω εάν αντιλήφθηκαν την πράξη μου. Με μείωσε ως άτομο και ως οικογενειάρχη .Θόλωσα. Σκοτείνιασα. Δεν κατάλαβα τίποτα…Χάθηκα» είπε στις Αρχές ο δράστης.
Ο συλληφθείς θα οδηγηθεί στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Τρικάλων ο οποίος θα σχηματίσει δικογραφία εις βάρος του 52χρονου συζυγοκτόνου για ανθρωποκτονία από πρόθεση, ενώ την προανάκριση θα την αναλάβει το Τμήμα Ασφάλειας Τρικάλων.
Ιατροδικαστής
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Ιατροδικαστικής εξέτασης το θύμα δεν πρόλαβε να προβάλλει καμία αντίσταση. Το σώμα της άτυχης 45χρονης πολλαπλές μαχαιριές στην κοιλιακή χώρα και στα πλευρά, γεγονός που μαρτυρούσε την μανία του δράστη απέναντι στο θύμα. Θανατηφόρα από αυτά σύμφωνα με το τελικό πόρισμα, ήταν τα επτά, που προκάλεσαν τον ακαριαίο θάνατο, αλλά και την ακατάσχετη αιμορραγία του θύματος.
Η Απολογία
Στις 24 Μαΐου 2018 ο Κώστας Μπ. θα οδηγηθεί στον ανακριτή, αμίλητος έχοντας στο πλευρό του μόνο τον δικηγόρο του. Η απολογία του διαρκέσει τρεις ώρες. Ο ίδιος ισχυρίσθηκε στην απολογία του ότι έφθασε στο έγκλημα εν βρασμό ψυχής, γιατί γυναίκα του του μίλησε απαξιωτικά. Υποστήριξε ότι είχε καλέσει τη γυναίκα του για να μιλήσουν, με στόχο να την πείσει να αποσύρει τα ασφαλιστικά μέτρα που είχε καταθέσει σε βάρος του, τα οποία επρόκειτο να εκδικαστούν την ημέρα της δολοφονίας.
Περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια τι είπε με την άτυχη μητέρα λίγο πριν τη σκοτώσει:
«Τη ρώτησα αν υπήρχε άλλος άνδρας στη ζωή της. Απάντησε για πρώτη φορά ότι είχε άλλη σχέση… Μείωσε τον ανδρισμό μου. Την παρακάλεσα να σταματήσει να με μειώνει. Της έλεγα ότι την αγαπάω. Και εκείνη συνέχιζε» Μετά την ολοκλήρωση της απολογίας του με τη σύμφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα θα οδηγηθεί στις φυλακές Τρικάλων.
Οι δύο κόρες του ,21 και 14 ετών αρνήθηκαν να πάνε στα δικαστήρια για να δουν τον πατέρα τους. Όπως εξομολογήθηκαν σε συγγενικά τους πρόσωπα δε θέλουν να έχουν καμία επαφή μαζί του από τη στιγμή που έσφαξε τη μητέρα τους. Σύμφωνα με πληροφορίες την κηδεμονία των δυο ανήλικων παιδιών θα αναλάβει η οικογένεια της 45χρονης.
«Προκαλούσε» το Θύμα
Η τακτική των συνηγόρων της υπεράσπισης του 52χρονου κατηγορουμένου κινήθηκε μέσα στα πλαίσια της παρουσίασης του δράστη, ως ενός συντετριμμένου, ο οποίος «προκλήθηκε» και «εξερράγη» σε μία στιγμή πάθους σε κατάσταση βρασμού χωρίς να υπάρχει προμελέτη.
«Ο κατηγορούμενος εμφανίστηκε συντετριμμένος στον κο Εισαγγελέα. Ζήτησε και έλαβε προθεσμία για την απολογία του από τον κο Ανακριτή. Η ψυχολογική του κατάσταση είναι αθλία. Πρόκειται για την κορύφωση μιας οικογενειακής τραγωδίας. Εντοπίζουμε και τοποθετούμε τα αίτια με το δεδομένο της εμφανούς και αυτονοήτου αιφνίδιας υπερέντασης και έκρηξης των συναισθημάτων και του πάθους, τα οποία τον κατέκλυσαν συνεπεία των όσων με έντονο και απολύτως μειωτικό τρόπο ως οικογενειάρχη και ως άνδρα απηύθυνε σε αυτόν η εκλιπούσα.
Έτσι χωρίς συνείδηση και αντίληψη, σε αυτή την κατάσταση βρασμού και ψυχικής ορμής, επήλθε η μοιραία κατάληξη. Δεν υπήρχε προμελέτη του και ούτε συνειδητή πράξη του, δηλώνει συντετριμμένος και χωρίς να μπορεί να κατανοήσει ακόμη τι έχει συμβεί.
Στην ίδια γραμμή θα κινηθεί και ο πατέρας του δράστη, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι το θύμα απατούσε τον γιο του, παραβλέποντας βέβαια το γεγονός ότι ο γιος του είχε αποκτήσει παιδί εκτός γάμου με άλλη γυναίκα, η οποία σήμερα ήταν παρούσα στα δικαστήρια των Τρικάλων για να του συμπαρασταθεί.
Ο Δικηγόρος του Θύματος
Στον αντίποδα ο δικηγόρος της Βάιας Γκανιά, Γιώργος Παναγιώτου δεν θα αφήσει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης των γεγονότων που προηγήθηκαν της άγριας δολοφονίας, παραθέτοντας όλες τις αποδείξεις και τις μαρτυρίες για τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν.
«Είχε προσδιοριστεί να συζητηθεί προσωρινή διαταγή επί της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων με τα οποία ζητούσε η θανούσα την απομάκρυνση του συζύγου από τη συζυγική οικία και την απαγόρευση προσέγγισης της ιδίας, αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβε να συζητηθεί η υπόθεση. Είχαν προβλήματα πολλά χρόνια τώρα δεν είναι κάτι που προέκυψε το τελευταίο διάστημα, αναγκάστηκε η γυναίκα να απευθυνθεί σε δικηγόρο, για να κάνει τις διαδικασίες και να πάρει την επιμέλεια των παιδιών. Αυτός τη ζήλευε πάρα πολύ και πίστευε ότι η Βάια έχει εξωσυζυγική σχέση και την κυνηγούσε να τη σκοτώσει . Αυτός είχε κάνει κι ένα παιδί με μια άλλη γυναίκα το οποίο έχει αναγνωρίσει ως δικό του. Ήταν μια απελπισμένη γυναίκα η Βαια αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβε να κάνει τίποτα».
Εκείνος είχε όμως άλλα σχέδια. Άρπαξε ένα κουζινομάχαιρο και της επιτέθηκε μπροστά στα μάτια της κόρης τους με 60 μαχαιριές, ενώ στη συνέχεια έφυγε πριν συλληφθεί από την αστυνομία.
Ασφαλιστικά Μέτρα
Η 45χρονη Βάια Γκανιά, τρεις μήνες πριν τη δολοφονία της είχε καταφύγει τρεις φορές σε αστυνομικό τμήμα για να καταγγείλει το σύζυγό της και την επιθετική του συμπεριφορά.
Ο κατηγορούμενος καυγάδιζε συχνά με την άτυχη Βαΐα και για τα χρήματα. Εκείνη είχε το μισθό της ως νοσηλεύτρια, εκείνος δούλευε μόνο μια με δυο φορές την εβδομάδα. H 45χρονη του έλεγε να ψάξει να βρει δουλειά καθώς τα έξοδα έτρεχαν .Ο δράστης πίστευε επιπλέον ότι εκείνη είχε ερωτικούς συντρόφους.
Την περασμένη εβδομάδα, η 45χρονη είχε επισκεφτεί τον εισαγγελέα στα Τρίκαλα, λέγοντάς του: «Φοβάμαι για τη ζωή μου καθώς ο άντρας μου απειλεί ότι θα με σκοτώσει». Για το λόγο αυτό ζήτησε να κάνει ασφαλιστικά μέτρα. Η υπόθεση θα εκδικαζόταν την περασμένη Παρασκευή όμως η 45χρονη και ο σύζυγός της, ζήτησαν από κοινού αναβολή της υπόθεσης. Η αναβολή δόθηκε και έτσι σήμερα είχε προγραμματιστεί να εκδικαστεί η αίτηση των ασφαλιστικών μέτρων. Αυτό όμως δε συνέβη ποτέ, καθώς χθες Δευτέρα, η 45χρονη γυναίκα, βρήκε τραγικό θάνατο από τα χέρια του συζύγου της, ο οποίος της αφαίρεσε τη ζωή με 60 μαχαιριές.
Η Δίκη
Στις 19 Μαρτίου 2019 ο 55χρονος Κων/νος Μπ. θα καθίσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Κακουργιοδικείου της Λάρισας αντιμετωπίζοντας την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση με ιδιάζοντος απεχθή τρόπο.
Ο συζυγοκτόνος κατηγορείται ότι ανήμερα της ονομαστικής του εορτής, νωρίς το απόγευμα της 21ης Μαΐου 2018, με «μαχαίρι κοπής κρεάτων» –όπως σημειώνεται στη δικογραφία– επιτέθηκε στη γυναίκα του ενώ αυτή βρισκόταν στο υπνοδωμάτιο καταφέρνοντας «πολλαπλά χτυπήματα στην τραχηλική, θωρακική και κοιλιακή χώρα τραυματίζοντάς τη θανάσιμα». Την ώρα του εγκλήματος, στο σπίτι βρισκόταν ο ανήλικος γιος και ο εγγονός του δράστη.
Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, μεταξύ άλλων κατέθεσαν, η έγγαμη και η ανήλικη κόρη της οικογένειας, με το δικαστήριο να παρατηρεί ότι καταφέρθηκαν ενάντια του δράστη – πατέρα τους. Παράλληλα κατέθεσε ιδιώτης ψυχίατρος, ο οποίος -μεταξύ άλλων- τόνισε ότι ο κατηγορούμενος τέλεσε το έγκλημα ευρισκόμενος «όχι σε ήρεμη κατάσταση».
Μαρτυρία του Γείτονα
Η πιο συγκλονιστική ήταν η κατάθεση του γείτονα ο οποίος μένει σε διπλανό σπίτι, γνώριζε την οικογένεια περίπου επτά χρόνια, και είχε σώσει τη Βάια από το μένος του συζύγου της άλλες έξι φορές.
«Την έσπαγε στο ξύλο τη γυναίκα , τη ζήλευε , την τραβούσε από τα μαλλιά και την έσερνε έξω , ερχόταν η γυναίκα και την έκρυβα μέσα στο σπίτι μας . Του ζήτησε να χωρίσουν γιατί δεν μπορούσε άλλο μαζί του. Αυτός είχε εξώγαμο με μια άλλη γυναίκα και η Βάια δεν άντεχε άλλο. Το είχε αναγνωρίσει το εξώγαμο, αλλά η Βάια είχε φτάσει σε σημείο να δουλεύει και να πληρώνει και το εξώγαμο και τα δικά της παιδιά.
Περιγράφοντας τι συνέβη την ημέρα της δολοφονίας ο άνδρας ανέφερε «Καθόμουν έξω. Αυτός ήταν ανήσυχος και έφυγε με το αμάξι και ξαναγύρισε. Ήρθαν τα μικρά παιδιά και μας φώναξαν λέγοντας ότι η μαμά έχει αίματα.
Ο ίδιος αναφέρει ότι έτρεξε στο σπίτι της άτυχης γυναίκας Βάιας Γκανιά έσκυψε από πάνω της για να δει αν είναι ζωντανή, της φώναξε αλλά η 45χρονη Βάια ήταν ήδη νεκρή. «Μπήκα μέσα στο σπίτι έντρομος και είδα τη γυναίκα ξεκοιλιασμένη. Σαν γουρούνι την είχε σφάξει. Πήγα κοντά της και της είπα στο αυτί: Βαίτσα αν με ακούς κούνα το χέρι σου. Τίποτα . Η γυναίκα ήταν νεκρή. Αυτός αφού τη σκότωσε με το κουζινομάχαιρο , το πέταξε στο νεροχύτη κι έφυγε . Ήρθε μετά από 5 λεπτά με το αμάξι για να τσεκάρει αν πέθανε και ξαναέφυγε».
Πήραν οι γυναίκες τα παιδιά και κάλεσα την αστυνομία και το ΕΚΑΒ.
Η απολογία του δράστη
Ο 55χρονος κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία, κατά την απολογία του, με λυγμούς και δάκρυα, σε κάθε ευκαιρία τόνιζε πόσο αγαπούσε την 43χρονη γυναίκα του, απέδωσε την απόφασή του για το φονικό επειδή «θόλωσε» όπως είπε, όταν η γυναίκα του «τον προσέβαλε φραστικά» ενώ στις επίμονες ερωτήσεις της προέδρου και της εισαγγελέως να περιγράψει το φονικό, σημείωσε πως δεν θυμόταν λεπτομέρειες, δε θυμόταν τι έγινε από την ώρα που πήρε στα χέρια του το μαχαίρι.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της απολογίας του, δακρυσμένος και ξεσπώντας σε λυγμούς, σημείωνε πόσο αγαπούσε τη γυναίκα του ενώ απαντώντας σε ερωτήσεις της προέδρου, απέδωσε σε ψέματα τα όσα ειπώθηκαν, ότι δηλαδή βιαιοπραγούσε σε βάρος της γυναίκας του και των παιδιών του. Περιέγραψε τη σχέση του ως «ήρεμη» αποδίδοντας επίσης σε ψέματα τα λεγόμενα δύο γειτόνων ενώ απέδωσε στην άτυχη νοσοκόμα «τους καυγάδες που τους δημιουργούσε η ίδια για να φθάσει στο διαζύγιο».
Στις επίμονες ερωτήσεις προέδρου και εισαγγελέως, για το πώς έπραξε το έγκλημα, ο κατηγορούμενος επέμενε πως δε θυμόταν τις σκηνές του φονικού. «Μέχρι τη στιγμή που πήρα το μαχαίρι θυμάμαι, μετά δεν θυμάμαι τίποτα άλλο» τόνιζε με έμφαση εξηγώντας ότι οδηγήθηκε στην απόφαση όταν η άτυχη γυναίκα τον προσέβαλε φραστικά με αποτέλεσμα να «θολώσει» και να τη μαχαιρώσει.
Ο Εισαγγελέας
«Καταπέλτη» για τον 55χρονο συζυγοκτόνο αποτέλεσε η αγόρευση της εισαγγελέως της έδρας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Λάρισας. Χαρακτήρισε «κροκοδείλια» τα δάκρυα του κατηγορουμένου, προσθέτοντας επίσης πως «δεν τον είδε να μετανοεί».
«Στην προανακριτική απολογία λέτε άλλα, στην ανακριτική άλλα και σήμερα λέτε διαφορετικά» παρατήρησε η εισαγγελέας.
Χαρακτήρισε «απαράδεκτη πρακτική» του δράστη «να χρησιμοποιήσει τα παιδιά του για να πετύχει τον σκοπό του» (και να μην επέλθει χωρισμός) ενώ έκανε επίσης λόγο για «απόλυτη αναλγησία» του 55χρονου καθώς «αποφάσισε και εκτέλεσε την πράξη του σε ήρεμη ψυχική κατάσταση» ενώ «τα τρίχρονα παιδιά βρίσκονταν στο σπίτι».
«Λένε ψέματα οι κόρες σας, συνωμότησε η γειτονιά εναντίον σας» για να αναρωτηθεί επίσης «και το τρίχρονο παιδί σας λέει ψέματα;».
Η εισαγγελέας ζήτησε την ενοχή του κατηγορουμένου για «ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση» σημειώνοντας νωρίτερα ότι «μάταια και με όψιμους ισχυρισμούς επικαλείται τον βρασμό ψυχικής ορμής».
Η Καταδίκη
Μετά από πολυήμερη ακροαματική διαδικασία το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Λάρισας στις 30 Μαρτίου 2019, ομόφωνα καταδίκασε τον 55χρονο Κωνσταντίνο Μπ για τη δολοφονία της 43χρονης γυναίκας του, Βάιας Γκανιά επιβάλλοντας την ανώτερη ποινή.
Το Δικαστήριο επέβαλε στον κατηγορούμενο σύμφωνα με το κατηγορητήριο – την ποινή της ισόβιας κάθειρξης για ανθρωποκτονία σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και την επιπλέον ποινή των 3 ετών φυλάκισης, συνολικά, για τις κατηγορίες της οπλοφορίας και οπλοχρησίας καθώς και χρηματικό πρόστιμο. Η υπεράσπιση ζήτησε την αναγνώριση των ελαφρυντικών, του πρότερου έντιμου βίου, της «προηγούμενης ανάρμοστης συμπεριφοράς της παθούσης» και της καλής διαγωγής του κρατουμένου στις φυλακές, αίτημα που επίσης ομόφωνα απορρίφθηκε από το Δικαστήριο με την εισαγγελέα της έδρας να τονίζει μάλιστα τον «ανέντιμο πρότερο βίο» του κατηγορουμένου με αφορμή περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας.
Το δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό του πως τέλεσε την ανθρωποκτονία ευρισκόμενος σε κατάσταση «βρασμού ψυχικής ορμής» όπως ομόφωνα απέρριψε και το αίτημα της υπεράσπισης για αναγνώριση ελαφρυντικών.
Ο καταδικασθείς αμίλητος αποδέχθηκε την απόφαση και επέστρεψε ξανά στη φυλακή. Την ώρα που παρευρισκόμενοι συγχωριανοί και συγγενείς του θύματος επικροτούσαν τη δικαστική απόφαση – ορισμένοι χειροκρότησαν μάλιστα – «δηλώνοντας» με αυτό τον τρόπο, τη «δικαίωση» της μνήμης της άτυχης νοσηλεύτριας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας.
Πηγή: Newsit, Protothema, Trikalavoice