Η Δολοφονία του φαρμακοποιού με 7 σφαίρες στο Νέο Ψυχικό

Είναι πρωί Σαββάτου 8 Σεπτεμβρίου 2018. Ο Βασίλης Φλώρος κατεβαίνει στο γκαράζ της πολυκατοικίας στη συμβολή των οδών Πλαστήρα και Ιωνίας στο Νέο Ψυχικό και μπαίνει στην Mercedes του, για πάει στο ΚΤΕΛ του Κηφισού προκειμένου να στείλει δέμα στο γιο του Χρήστο που σπουδάζει στην Πάτρα κι είχε εξεταστική…

Την ώρα που έβγαινε με το αυτοκίνητό του, ένας άγνωστος άντρας με μαύρο τζόκεϊ προσεγγίζει το αυτοκίνητο. Ο φαρμακοποιός αν και ξαφνιασμένος φρενάρει και πατάει το κουμπί για να κατεβάσει το παράθυρο. Μέχρι να προλάβει να κάνει οποιαδήποτε άλλη κίνηση, ο άντρας με το καπέλο βγάζει από την τσέπη του ένα περίστροφο με μία κίνηση, σημαδεύει τον φαρμακοποιό τον πυροβολεί 7 φορές, και φεύγει τρέχοντας. Ο Βασίλης Φλώρος ανοίγει την πόρτα, γέρνει στην άσφαλτο και αφήνει την τελευταία του πνοή.

Στον τέταρτο όροφο της πολυκατοικίας δύο γυναίκες βγαίνουν στο μπαλκόνι, οι οποίες βλέποντας έναν άνθρωπο πεσμένο κάτω, αρχίζουν να ουρλιάζουν. Είναι η σύζυγος του Βασίλη, Ξένια, και η κόρη του  Γιώτα Μαρία οι οποίες κατεβαίνουν άρον άρον κάτω, και αντικρίζουν τον άνθρωπο τους μέσα σε λίμνη αίματος.

Από το απέναντι καφενείο σπεύδουν και οι θαμώνες που ήταν αυτόπτες μάρτυρες του συμβάντος και ειδοποιούν το ΕΚΑΒ, το οποίο μεταφέρει τον Βασίλη στο νοσοκομείο, όπου οι γιατροί απλώς διαπιστώνουν τον θάνατο του.

Η αυτοψία

Επί τόπου φτάνει κλιμάκιο της Ασφάλειας και αποκλείει την περιοχή. Επειδή το επώνυμο του φαρμακοποιού ήταν Φλώρος, αρχικά στην Ασφάλεια σήμανε συναγερμός καθώς υπήρξαν φόβοι ότι οι πυροβολισμοί συνδέονται με την υπόθεση του Αριστείδη Φλώρου της Energa. Ωστόσο έπειτα από τις σχετικές έρευνες διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για συνωνυμία και πως οι δύο υποθέσεις δεν σχετίζονταν μεταξύ τους.

Κατά την αυτοψία του χώρου δεν βρέθηκαν κάλυκες , γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο εκτελεστής, είτε χρησιμοποίησε περίστροφο τύπου revolver που δεν τους αποβάλλει, είτε τους μάζεψε προκειμένου να μην αφήσει κανένα ίχνος πίσω του. Όλα δείχνουν πως πρόκειται για επαγγελματία εκτελεστή που εκτέλεσε συμβόλαιο θανάτου, όμως σύμφωνα με τις πρώτες μαρτυρίες της οικογένειας, ο φαρμακοποιός, απειλές δεν δεχόταν, ούτε τους είχε εκμυστηρευτεί κάτι ανησυχητικό.

Οι μαρτυρίες

Λίγα μέτρα από το σημείο της δολοφονίας κάτοικοι της περιοχής έπιναν τον καφέ τους σε καφενείο όταν άκουσαν τουλάχιστον πέντε πυροβολισμούς, ενώ είδαν έναν άντρα να απομακρύνεται από το σημείο, αμέσως μετά την επίθεση. Κάποιοι ανέφεραν ότι διέφυγε πεζός, ενώ κάποιοι ανέφεραν ότι μπήκε σε ένα κόκκινο ΙΧ μάρκας Volkswagen έχοντας συνεργό.

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των γειτόνων, ο 57χρονος φαρμακοποιός ήταν παντρεμένος με μία γιατρό η οποία διατηρούσε ιατρείο στην ίδια πολυκατοικία όπου διέμεναν. Το ζευγάρι είχε δύο παιδιά, έναν γιο φοιτητή στην Πάτρα, και μία κόρη που βρισκόταν στο σπίτι την ώρα της δολοφονίας. Ζούσαν στην περιοχή πολλά χρόνια, ήταν πολύ φιλικοί και καλοί γείτονες, και δεν είχαν δώσει ποτέ αφορμή για το παραμικρό που θα μπορούσε να προκαλέσει την οποιαδήποτε πράξη εκδίκησης, προς το πρόσωπο του φαρμακοποιού, η της οικογένειας του.

Κανένας δεν παρατήρησε τίποτε με εξαίρεση μία γειτόνισσα, η οποία διέμενε στη απέναντι ακριβώς πολυκατοικία, η οποία ανέφερε πώς την προηγούμενη της δολοφονίας, είχε δει έναν άγνωστο να παραμονεύει την οικία του θύματος.

Οι έρευνες

Οι αναλυτές του τμήματος Ανθρωποκτονιών ήταν σίγουροι ότι ο ένοπλος, είτε είχε καταγράψει την καθημερινότητα του φαρμακοποιού και γνώριζε το «αυτοματοποιημένο» πρόγραμμα του, είτε είχε την πληροφορία από άτομο που γνώριζε τις κινήσεις του. Οι profilers του Ανθρωποκτονιών μέσα από μαρτυρίες και καταθέσεις ξεκίνησαν να συνθέτουν το προφίλ του δολοφόνου.

Κάποιοι ανέφεραν ότι είδαν την Παρασκευή το πρωί έναν ψηλό, μελαχρινό άντρα να κινείται ύποπτα στο σημείο σαν να παρακολουθούσε την πολυκατοικία με τα μαύρα κάγκελα ενώ οι άνθρωποι της Ασφάλειας είχαν πάρει και όλο το υλικό από τις κάμερες διαχείρισης της κυκλοφορίας της περιοχής προκειμένου να αποκωδικοποιήσουν το δρομολόγιο διαφυγής. Ο δράστης έφυγε πεζός από το σημείο και σε μικρή απόσταση επιβιβάστηκε σε αυτοκίνητο που οδηγούσε συνεργός του και εξαφανίστηκαν.

Το θύμα δεν είχε απασχολήσει ποτέ τις Αρχές, ενώ η οικογένειά επιβεβαίωσε πως δεν είχε δεχθεί ποτέ απειλές. Οι έρευνες θα στραφούν προς πάσα κατεύθυνση. Οι αξιωματικοί του Ανθρωποκτονιών θα μεταφέρουν στα εργαστήρια της ασφάλειας τον υπολογιστή και το κινητό του θύματος ελπίζοντας  πώς ενδέχεται στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες να βρουν κάτι που να τους οδηγήσει στο κίνητρο της εκτέλεσης.

Η εξιχνίαση

Χρησιμοποιώντας τη μέθοδο εις άτοπον απαγωγής, απέκλεισαν ένα-ένα τα πιθανά σενάρια της εκτέλεσής, μέχρι και το να «έφαγε» ο δολοφόνος λάθος άνθρωπο λόγο του επωνύμου, καθώς ήταν ίδιο με του ανθρώπου που τις τελευταίες ημέρες κυριαρχούσε στην επικαιρότητα λόγω μιας υπόθεσης σκανδάλων, στις οποίες είχε εμπλοκή. Έτσι κατέληξαν στο ότι τα κίνητρα ήταν καθαρά οικονομικά με αποτέλεσμα στο μικροσκόπιο της Ασφάλειας να μπει μία υπόθεση δικαστικής  διαμάχης που είχε το θύμα με συγκεκριμένο πρόσωπο στο οποίο εστιάστηκαν.

Σημαντικό στοιχείο στην εξιχνίαση αποτέλεσε το γεγονός ότι ο άνθρωπος πάτησε την σκανδάλη πολλές φορές, που μαρτυρά ότι ενήργησε κάτω από θυμό. Ο δράστης «τυφλωμένος» από θυμό πήγε με το ίδιο το αυτοκίνητό του στον τόπο του εγκλήματος και το στάθμευσε σε κοντινή απόσταση, ενώ τα στοιχεία του οχήματος καταγράφηκαν από κάμερες ασφάλειας. Το Τμήμα Ανθρωποκτονιών σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών βρήκε τα στοιχεία του οχήματος του δράστη και σε συνδυασμό με τις οικονομικές διαφορές που είχε με το θύμα έφτασε στην εξιχνίαση του εγκλήματος.

17 μέρες μετά την δολοφονία του φαρμακοποιού , στην ασφάλεια προσάγεται  ο 51χρονος  αρχιτέκτονας, ο οποίος είχε οικονομικές διαφορές με τον  Βασίλη Φλώρο εξαιτίας ενός  ακινήτου, για το οποίο κατέληξαν στο δικαστήριο. Ο φαρμακοποιός είχε δανείσει στον Αρχιτέκτονα ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, το οποίο ο τελευταίος δεν του επέστρεψε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να οδηγηθούν στα δικαστήρια, όπου ο αρχιτέκτονας έχασε, και το ακίνητο βγήκε σε πλειστηριασμό για 300.000 ευρώ. Ο 51χρονος, ο οποίος είναι οικογενειάρχης που δεν είχε δώσει ποτέ κανένα δικαίωμα, θεώρησε ότι αδικήθηκε και προέβη σ’ αυτή την πράξη προκειμένου να τον εκδικηθεί. Υπό το βάρος των στοιχείων τα οποία παρέθεσαν οι αστυνομικοί στον Αρχιτέκτονα κατά την ανάκριση ομολόγησε την πράξη του.

Η ομολογία

Δεν μπορούσε να διαχειριστεί την απόφαση της δικαιοσύνης, ένιωθε αδικημένος, θόλωσε και αποφάσισε να λύσει μια για πάντα με σφαίρες αυτή τη διαφορά. Υπήρξαν για χρόνια οικογενειακοί φίλοι, ενώ τα παιδιά τους μεγάλωσαν σχεδόν μαζί. Πριν δέκα χρόνια όταν χρειάστηκε χρήματα, ο φαρμακοποιός του δάνεισε  300.000 ευρώ για να ανοίξουν οι δουλειές της κατασκευαστικής.

Όμως η φιλία, έγινε κόντρα και για πολλά χρόνια οι δύο παλιοί φίλοι βρίσκονταν αντιμέτωποι στα δικαστήρια. Τελικά όταν ο Βασίλης Φλώρος κέρδισε τη μάχη και η δικαιοσύνη αποφάσισε πως πρέπει να πάρει το ακίνητο του αρχιτέκτονα για να ξοφλήσει τις 300.000 ευρώ, η κόντρα έγινε μίσος και όταν πριν δύο μήνες ο φαρμακοποιός του έκανε έξωση θόλωσε… Σε μια στιγμή άκρατου μίσους και αγανάκτησης έστησε καρτέρι, σήκωσε το περίστροφο και με πέντε σφαίρες του «πήρε» τη ζωή.

Στον ανακριτή

Από την απολογία του δράστη στον ανακριτή προέκυψε εμπλοκή τρίτου προσώπου, το οποίο βρισκόταν έγκλειστο στις φυλακές. Στην πολυσέλιδη κατάθεση του ο αρχιτέκτονας υποστήριξε πως τα χρήματα ουσιαστικά τα είχε δανείσει ο Βασίλης Φλώρος σε έναν έγκλειστο δικηγόρο που τον αποκαλούσε “τοκογλύφο” αναφέροντας πως ο ίδιος έμπλεξε από την αφέλεια του να υπογράψει λευκές επιταγές στον φαρμακοποιό προκειμένου αυτός να δικαιολογεί στη γυναίκα του τα χρήματα που δάνειζε στον δικηγόρο.

«Τον Φλώρο τον γνώρισα πριν πολλά χρόνια, γιατί σπούδαζε μαζί με τον αδερφό μου φαρμακευτική στην Ιταλία. Ο αδερφός μου αυτοκτόνησε το 1998, όμως με το Φλώρο συνεχίζαμε να έχουμε επαφές. Ο δικηγόρος, που ήταν φυλακισμένος στη Χαλκίδα για οικονομικά εγκλήματα, είναι αδερφός της γυναίκας του αδερφού του πατέρα μου.

Πριν αρκετά χρόνια ο δικηγόρος μου ζήτησε κάποια λεφτά δανεικά, του τα έδωσα και αυτός μου τα επέστρεφε σιγά, σιγά. Η δουλειά του δικηγόρου ήταν τοκογλύφος. «Έσπαγε» επιταγές και για να κάνει τη δουλειά αυτή ο δικηγόρος ήθελε μετρητά. Επειδή εγώ δεν τα είχα του σύστησα τον Φλώρο ο οποίος. δέχτηκε να του δανείσει κάποια χρήματα. Στην αρχή ο δικηγόρος ήταν συνεπής απέναντι στο Φλώρο, όμως σίγα σιγά σταμάτησε να επιστρέφει τα δανεικά.

Κάποια στιγμή το κεφάλαιο που είχε δανείσει ο Φλώρος στον δικηγόρο είχε φτάσει στα 300.000 ευρώ. Παρ’ όλα αυτά όμως, ο Φλώρος ήθελε το κεφάλαιο που είχε δανείσει στον δικηγόρο να φτάσει στις -500.000- ευρώ, γιατί θα λάμβανε ακόμη μεγαλύτερο τόκο για αυτό το ποσό. Κάποια στιγμή ο δικηγόρος επειδή ήταν απατεώνας δεν μπορούσε να έχει μπλοκ επιταγών. Ζήτησε λοιπόν ο Φλώρος από εμένα να του δίνω «λευκές» επιταγές για να μπορεί να δικαιολογεί στη γυναίκα του τα λεφτά που δάνειζε στον δικηγόρο.

Δηλαδή με απλά λόγια, αν τον ρωτούσε η γυναίκα του, που έχει δώσει τα λεφτά, ο Φλώρος θα της έδειχνε τις επιταγές που του είχα δώσει εγώ και θα έλεγε ότι τα είχε δανείσει σε μένα και ότι ως εγγύηση για το ποσό που μου δάνεισε, πήρε από εμένα τις επιταγές. Εννοείται ότι η γυναίκα του δεν ήξερε τίποτα για τις δουλειές αυτές που έκανε ο άντρας της. Για την εξυπηρέτηση αυτή εγώ θα έπαιρνα κάτι Ψίχουλα.

Ο δικηγόρος από ένα σημείο και μετά σταμάτησε να επιστρέφει τα λεφτά και ο Φλώρος αναγκάστηκε να σφραγίσει τις επιταγές που ήταν στο όνομά μου. Βρέθηκα λοιπόν, από το πουθενά και / για το τίποτα να χρωστάω στο Φλώρο -300.000- ευρώ σε επιταγές, λεφτά που δεν τα είχα πάρει εγώ αλλά ο δικηγόρος. Έτσι είχαν ξεκινήσει τα δικαστήρια με τον Φλώρο. Έχουν βγει διάφορες αποφάσεις, όλες καταδικαστικές για εμένα, αλλά αυτό που πραγματικά με στεναχώρησε ήταν ότι εξ’ αιτίας μου έφαγε και η γυναίκα μου ένα χρόνο φυλακή για ηθική βλάβη σε βάρος του Φλώρου και σα να μην έφταναν τα 300.000 ευρώ, μας ζητούσε και από άλλα 50.000 από εμένα και τη γυναίκα μου για ηθική βλάβη.

Το Φεβρουάριο του 2019 με απόφαση δικαστηρίου βγήκε σε πλειστηριασμό το σπίτι που μένω με την οικογένειά μου στην στη Γλυφάδα και έπεται και συνέχεια γιατί το ποσό είναι μεγάλο και θα μπουν σε πλειστηριασμό και τα υπόλοιπα ακίνητά μου. Καταλαβαίνεται ότι για λεφτά που δεν πήρα εγώ η οικογένειά μου θα ζήσει στο δρόμο. Αυτό με ισοπέδωσε ψυχολογικά, γιατί δεν βρήκα το δίκιο μου ούτε στα δικαστήρια που απευθύνθηκα. Για να καταλάβετε υπάρχει ένορκη βεβαίωση του δικηγόρου ότι αυτός δανείστηκε τα λεφτά από το Φλώρο, αλλά και αυτό δεν το έλαβε καν υπόψιν του το Δικαστήριο. Έχασα τον ύπνο μου, δεν ήξερα τι να κάνω, ήμουν σε απόγνωση.

Η μοιραία συνάντηση με τον Φλώρο

Πέρασα στην αρχή από το φαρμακείο του Φλώρου στην Κατεχάκη και αφού είδα ότι ήταν κλειστό, πήγα στο σπίτι του. Πάρκαρα το αυτοκίνητο μου,  σχετικά κοντά στο σπίτι του. Η ώρα όταν έφτασα στο Ψυχικό πρέπει να ήταν γύρω στις 09:30′. Βγήκα από το αυτοκίνητο και περίμενα το Φλώρο να βγει από το σπίτι του. Το όπλο το είχα στη δεξιά τσέπη του παντελονιού μου. Φορούσα και ένα καπέλο, παραλλαγής, αν δεν κάνω λάθος. Κάποια στιγμή που έκανα βόλτες γύρω από το σπίτι του Φλώρου, είδα να ανοίγει η γκαραζόπορτα και να βγαίνει μία μαύρη Mercedes.

Περπατώντας, πήγα από την πόρτα του οδηγού και είδα ότι οδηγούσε ο Φλώρος. Πυροβόλησα, δεν θυμάμαι πόσες φορές, στο τζάμι. Ο Φλώρος άνοιξε την πόρτα και προσπάθησε να βγει από το αυτοκίνητο. Ενώ λοιπόν προσπαθούσε να βγει, τον πυροβόλησα πάλι. Δεν θυμάμαι πόσες φορές τον πυροβόλησα. Εκείνη την ώρα τα έβλεπα όλα μαύρα. Δεν καταλάβαινα τι γινόταν. Σταμάτησα να πυροβολώ, έβαλα το όπλο στη δεξιά τσέπη του παντελονιού και πήγα στο αυτοκίνητό μου.

Κατευθύνθηκα προς το Νεκροταφείο του Παπάγου, γιατί στις 10:30′ ήταν προγραμματισμένο το ετήσιο μνημόσυνο του θείου μου.  Άλλαξα τα ρούχα που φορούσα, δηλαδή μία μπλε σκούρα βερμούδα και ένα σκούρο μπλε μπλουζάκι κοντομάνικο και τα πέταξα σε διάφορους κάδους. Επίσης, το καπέλο το πέταξα και αυτό σε κάποιον κάδο και σε ένα φρεάτιο πέταξα το όπλο.

Όλον αυτόν τον καιρό σκέφτηκα να έρθω εδώ στην Υπηρεσία σας να παραδοθώ, αλλά δεν είχα το θάρρος να το κάνω, όπως επίσης δεν είχα και το θάρρος να βάλω τέρμα στη ζωή μου. Ακόμα με βασανίζει η σκέψη, πως έκανα κάτι τέτοιο. Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω. Κατέστρεψα την οικογένειά μου, λόγω της αφέλειάς μου. Θέλω να ζητήσω συγνώμη από όλους και περισσότερο από τα παιδιά του Φλώρου για αυτό το κακό που έκανα στον πατέρα».

Η δίκη

Στις 20 Σεπτεμβρίου 2019 ο 51χρονος αρχιτέκτονας θα βρεθεί στην αίθουσα  Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών κατηγορούμενος για την ανθρωποκτονία από πρόθεση του επί σχεδόν τριάντα χρόνια οικογενειακού του φίλου 57χρονου φαρμακοποιού Βασίλη Φλώρου. Η ατμόσφαιρα με την έναρξη της δίκης ήταν ιδιαίτερα τεταμένη, με την κόρη μάλιστα του 57χρονου θύματος, να μην αντέχει από την φόρτιση και να λιποθυμήσει δυο φορές μέσα στη δικαστική αίθουσα.

Η κατάθεση του Γιου

Καταθέτοντας στο δικαστήριο ο γιος του άτυχου φαρμακοποιού ανέφερε πως η δολοφονία του πατέρα του ήταν προσχεδιασμένη. Όπως ανέφερε ο μάρτυρας ο κατηγορούμενος σκοπό είχε να μην επιστρέψει το χρέος των 300.000 ευρώ που είχε προς τον πατέρα του. Ο ίδιος μάλιστα, περιέγραψε στο δικαστήριο ότι οι οικονομικές διάφορες θύτη και θύματος «είχαν γίνει καρκίνος» στην οικογένειά τους.

«Είχαμε οκτώ χρόνια δικαστική διαμάχη και 13 δικαστήρια, τα έχει χάσει όλα», είπε ο μάρτυρας και συνέχισε: «Μέχρι την τελευταία στιγμή ήξερε πώς να μεθοδεύει και να γλιτώνει από τις παρανομίες του. Ο φθόνος και η ζήλια τον έκαναν να σκοτώσουν τον πατέρα μου».
Μιλώντας για τον κατηγορούμενο ο γιος του θύματος ανέφερε ακόμη πως επικαλείται ψυχολογικά προβλήματα «για να συγκινήσει το ακροατήριο», επισημαίνοντας παράλληλα πως δεν είχε πρόθεση να αποπληρώσει το χρέος του προς τον πατέρα του.

Ακόμη, στην κατάθεσή του ο ίδιος περιέγραψε τον πατέρα του ως έναν υπέροχο άνθρωπο και χαρακτήρισε τον κατηγορούμενο ως «απατεώνα που απλά δεν ήθελε να δώσει αυτά που χρωστούσε». Μιλώντας για το έγκλημα, ο γιος του θύματος κατέθεσε ακόμη στο δικαστήριο πως ο δράστης ήξερε πως στη θέση του οδηγού βρισκόταν ο πατέρας του και στόχευσε με σκοπό να τον σκοτώσει. «Μετά τη δολοφονία και τέσσερις ημέρες πριν συλληφθεί, εμφανίστηκε και σε δικαστήριο που είχαν με τον πατέρα μου για να δείξει ότι δεν έχει τίποτα να φοβηθεί», ανέφερε ο μάρτυρας.

Κατάθεση της συζύγου

Από την πλευρά της η σύζυγος του θύματος, ανέφερε στην κατάθεσή της: «Άκουσα τα «μπαμ», δεν κατάλαβα στην αρχή ότι ήταν πυροβολισμοί, βγήκαμε με την κόρη μου στο μπαλκόνι. Είδα τον άνδρα μου έξω από το αυτοκίνητο μέσα στα αίματα… Μέχρι να κατέβουμε κάτω νόμιζα ότι ήταν ένα φρικτό όνειρο αλλά δεν μπορούσα να ξυπνήσω».

Μιλώντας για τον κατηγορούμενο η ίδια είπε «Θα σκότωνε εκείνη την ημέρα όποιον ήταν στο αυτοκίνητο. Με το που άνοιξε η γκαραζόπορτα ρίχνει τις δύο τυφλές. Ευτυχώς που δεν πήγε εκείνη την ημέρα και η κόρη μου με τον μπαμπά της όπως συνήθιζε, θα είχα χάσει και το παιδί μου. Πέσαμε εντελώς έξω με αυτό τον άνθρωπο, δεν φανταζόμουν τι ήταν ικανός να κάνει… Τραβάω το δικό μου Γολγοθά με τα παιδιά μου, το τελευταίο που με νοιάζει είναι αυτά τα λεφτά».  Μάλιστα, η ίδια ανέφερε πως βρίσκεται στο δικαστήριο για τον σύζυγο της και πατέρα των παιδιών της, τη ζωή του οποίου, όπως είπε, στέρησε ο κατηγορούμενος.

Η κατάθεση της κόρης

Περιγράφοντας τις στιγμές λίγο πριν τη δολοφονία του πατέρα της, η μάρτυρας ανέφερε: «Με φίλησε ο μπαμπάς μου και είπε καλό διάβασμα και έφυγε. Μετά από λίγο ακούω κάτι κρότους, ήταν συνεχόμενοι, υπήρξε ένα κενό και ξανάρχισαν. Πετάχτηκα από το δωμάτιο. Πάω να βγω στο μπαλκόνι και κοιτάω κάτω το δρόμο και ήταν ο μπαμπάς έξω από το αυτοκίνητο γεμάτος με αίματα και δεν κουνιόταν».

Η Εισαγγελέας

Αγορεύοντας, στο δικαστήριο η εισαγγελέας της έδρας τόνισε πως ο κατηγορούμενος είχε πλήρη επίγνωση των πράξεων του και πως «οδηγήθηκε στο έγκλημα για να αποφύγει να πληρώσει το χρέος στον φίλο του». Η εισαγγελέας ζήτησε από το δικαστήριο να κηρύξει ένοχο τον κατηγορούμενο για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.

«Από πείσμα δεν επέστρεφε στο θύμα το ποσό των 300 χιλιάδων ευρώ από επιταγές που είχε υπογράψει, αν και υπήρχαν δικαστικές αποφάσεις. Παρά του ότι γνώριζε ότι ο ίδιος είχε υπογράψει τις επιταγές, αρνήθηκε να αναλάβει την υποχρέωση να καταβάλλει έστω κι ένα ευρώ. Έβαλε ως στόχο στη ζωή του να τον σέρνει (σ.σ το θύμα) στα δικαστήρια για να μην πληρώσει. Όταν είδε ότι τα περιθώρια στενεύουν του γεννήθηκε η ιδέα στο μυαλό του να σκοτώσει το θύμα.

Ο κατηγορούμενος δεν είχε καμία διάθεση να συμμορφωθεί στις δικαστικές αποφάσεις. Επί μία εβδομάδα παρακολουθούσε το πρόγραμμα του θύματος. Είχε οργανώσει με απόλυτη ψυχραιμία τη δολοφονία. Είχε προμηθευτεί το όπλο, είχε βρει την ημέρα που θα είχε άλλοθι. Είχε μεθοδεύσει την πράξη του. Έδρασε ως ψυχρός εγκληματίας. Παραμόνευε το θύμα και όταν τον είδε να μπαίνει στο αυτοκίνητό του, τον πλησίασε και τον πυροβόλησε στο κεφάλι. Για να έχει καλύτερη οπτική επαφή, άνοιξε την πόρτα και συνέχισε να τον πυροβολεί και στο σώμα». Τέλος, η εισαγγελέας κατέρριψε τον βασικό ισχυρισμό του κατηγορούμενου ότι έπασχε από οριακή διαταραχή προσωπικότητας.

Η απολογία

Για άδικο που τον έπνιγε μίλησε στην απολογία του στη δίκη ο κατηγορούμενος, ζητώντας μάλιστα συγνώμη από την οικογένεια του θύματος.

«Κάποια στιγμή έφυγα από τη Βάρκιζα και πήγα προς το Ψυχικό. Πέρασα στην αρχή από το φαρμακείο του Φλώρου στην Κατεχάκη και αφού είδα ότι ήταν κλειστό, πήγα στο σπίτι του. Πάρκαρα το αυτοκίνητο μου, σχετικά κοντά στο σπίτι του. Η ώρα όταν έφτασα στο Ψυχικό πρέπει να ήταν γύρω στις 09:30′. Βγήκα από το αυτοκίνητο και περίμενα το Φλώρο να βγει από το σπίτι του. Το όπλο το είχα στη δεξιά τσέπη του παντελονιού μου. Φορούσα και ένα καπέλο, παραλλαγής, αν δεν κάνω λάθος. Κάποια στιγμή που έκανα βόλτες γύρω από το σπίτι του Φλώρου, είδα να ανοίγει η γκαραζόπορτα και να βγαίνει μία μαύρη Mercedes. Περπατώντας, πήγα από την πόρτα του οδηγού και είδα ότι οδηγούσε ο Φλώρος. Πυροβόλησα, δεν θυμάμαι πόσες φορές, στο τζάμι. Ο Φλώρος άνοιξε την πόρτα και προσπάθησε να βγει από το αυτοκίνητο. Ενώ λοιπόν προσπαθούσε να βγει, τον πυροβόλησα πάλι. Δεν θυμάμαι πόσες φορές τον πυροβόλησα. Εκείνη την ώρα τα έβλεπα όλα μαύρα. Δεν καταλάβαινα τι γινόταν…με έπνιγε το άδικο είπε ο κατηγορούμενος και συνέχισε «Ζητάω συγγνώμη από την οικογένεια. Δεν είμαι τέτοιος άνθρωπος, είμαι οικογενειάρχης».

Η καταδίκη

Το μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας υιοθετώντας την πρόταση του εισαγγελέα απέρριψε το αίτημα που υπέβαλλε η υπεράσπισή του για αναγνώριση των ελαφρυντικών του σύννομου βίου και της ειλικρινούς μεταμέλειας και ομόφωνα δικαστές και ένορκοι καταδίκασαν τον κατηγορούμενο σε ισόβια.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to top
Close
Browse Tags