Θεοδώρα Σουφχάρα: Η «Μήδεια» που κατασκεύασαν τα ΜΜΕ

Η καταστροφική δύναμη των ΜΜΕ, είναι ανεξέλεγκτη, ειδικά όταν πρόκειται για ένα «απλό» πολίτη. Όποιος έχει την τύχη να βρεθεί στο στόχαστρο τους, δυστυχώς δεν θα βρει ποτέ δικαίωση.  Ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν η Θεοδώρα Σουφχάρα η οποία είναι ένα τρανταχτό παράδειγμα ανθρώπου, που η ζωή του καταστράφηκε από την τηλεοπτική ασυδοσία και τον κανιβαλισμό των ΜΜΕ. Στιγματίστηκε, λοιδορήθηκε, καταδικάστηκε και οδηγήθηκε στην εξόντωση με την βοήθεια των ΜΜΕ της εποχής.

Με ένα όνειρο…

Η Θεοδώρα Σουφχάρα, παιδί πολιτικών προσφύγων, θυμάτων του παιδομαζώματος του εμφυλίου, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Τσεχοσλοβακία. Παντρεμένη, μητέρα 3 παιδιών βιώνει μία συνεχή κακοποίηση από τον αλκοολικό σύζυγο της που έχει κάνει την ζωή κόλαση. Στον έγγαμο βίο της, έκανε αλλεπάλληλες προσπάθειες να «κρατήσει» την οικογένεια της ενωμένη, ελπίζοντας ότι ο σύζυγος της θα αλλάξει, να γίνει «άνθρωπος». Δυστυχώς για την Θοδώρα, ο άνθρωπος δύσκολα αλλάζει, ειδικά όταν είναι παραδομένος στον εφιάλτη του αλκοόλ.

Σε αντίθεση με όσα πίστευε, ο σύντροφος και πατέρας των παιδιών της  έγινε χειρότερος με αποτέλεσμα το 1990 στην Τσεχοσλοβακία προσπάθησε να την δολοφονήσει, μαζί με τα 3 παιδιά της. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, πήρε την απόφαση να επαναπατριστεί στην Ελλάδα, εμπιστευόμενη τις προτροπές και τις υποσχέσεις των συγγενών της ότι θα την βοηθήσουν. Τον Νοέμβριο του 1990 μετά από παραινέσεις συγγενών της, πήρε την απόφαση να έρθει στην «πατρίδα» μαζί με τα 2 παιδιά της, τον Νικολάκη και την Ιωάννα, αφήνοντας πίσω της τον εφιάλτη και ελπίζοντας σε μία καλύτερη ζωή.

Σε καμία περίπτωση δεν φανταζόταν ότι το όνειρο θα μετατρεπόταν σε εφιάλτη, υπό την ευλογία των τότε ΜΜΕ των οποίων η ασυδοσία θα κατέστρεφε την άτυχη γυναίκα.

Όνειρο απατηλό…

Από την πρώτη στιγμή, μετά την εγκατάσταση της στο χωριό, η Θεοδώρα λόγο της διαφορετικότητας της ήρθε αντιμέτωπη, με έναν ιδιάζοντα ρατσισμό, όπως η μεγαλύτερη πλειοψηφία των επαναπατρισθέντων πολιτικών προσφύγων που γυρίζουν στην πατρίδα, και αντιμετωπίζονται ως «ξένο σώμα». Οι συνθήκες επιβίωσης και βιοπορισμού τους είναι πάντα δύσκολες και ειδικά για μία γυναίκα μόνη με 2 παιδιά χωρίς βοήθεια από κανέναν. Για τους χωριανούς πάντα θα ήταν «Τσέχα», παρ’ όλο που και οι δύο γονείς της ήταν Έλληνες.

Στην διάρκεια της παραμονής της στο χωριό, δεχόταν πιέσεις να ικανοποιήσει τις σεξουαλικές επιθυμίες ορισμένων «ξαναμμένων» χωριανών οι οποίοι προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την δεινή κατάσταση της, θεωρώντας, ότι οι δυσκολίες της επιβίωσης θα την έκαναν εύκολο «θήραμα». Σαν να μην έφταναν αυτοί, έπρεπε να αντιμετωπίσει και τις διάφορες «χωριανές» και την χολή τους, γιατί γι’ αυτές ήταν η «ξεδιάντροπη ξένη»,  που πάντα λοξοκοίταζαν οι άντρες τους. Όλα αυτά μετατράπηκαν σε έναν τοξικό περίγυρο που την κατηγορούσε για διάφορα πράγματα, ακόμη και για τα παιδιά της.

Μέσα από πολλές δυσκολίες και μεγάλο αγώνα κατάφερε να μετακομίσει στην Θεσσαλονίκη όπου νοίκιασε ένα διαμέρισμα και κατάφερε να βρει δουλειά, αρχικά ως λαντζιέρα, και στη συνέχεια ως αποκλειστική νοσοκόμα, φροντίζοντας ηλικιωμένους, ανήμπορους ανθρώπους. Ακόμη και εδώ όμως, αφού τακτοποίησε το σπίτι, δεν μπόρεσε να αποφύγει την επίσκεψη του σπιτονοικοκύρη της, ο οποίος της ζήτησε να φύγει φέρνοντας ως πρόσχημα ότι το ήθελε για την κόρη του. Βέβαια ο σπιτονοικοκύρης της είπε πώς θα μπορούσε να αποφύγει την έξωση αν του έδειχνε την «κατάλληλη κατανόηση και αγάπη», δεχόμενη ακόμη και χρήματα ως αντάλλαγμα.

Κάτι το οποίο η Θεοδώρα δεν θα μπορούσε να αποδεχτεί γιατί ήταν εναντίον της ηθικής της ,αλλά και του τρόπου, με τον οποίο μεγάλωσε.

Στο στόχαστρο των ΜΜΕ

Τον Σεπτέμβριο του 1994 η Θεοδώρα Σουφχάρα χαρακτηρίστηκε από τις εφημερίδες της εποχής «σύγχρονη Μήδεια» και «ανθρωπόμορφο τέρας». Έγινε «πρώτο θέμα» στα τηλεοπτικά δελτία της εποχής, ως κατηγορούμενη για τον θάνατο δύο ηλικιωμένων. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο που είχε συνταχθεί και με το οποίο παραπέμφθηκε σε δίκη, τους είχε δηλητηριάσει με αντιδιαβητικά φάρμακα και ένα περίεργο «βότανο» με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους από υπογλυκαιμικό σοκ (βέβαια αργότερα, το επίσημο ιατρικό πόρισμα ανέφερε ότι πέθαναν από εγκεφαλικό επεισόδιο)..

Λίγο πριν οδηγηθεί στις φυλακές ήρθε και δεύτερο χτύπημα, που αφορούσε τον θάνατο του 9χρονου γιου της, Νικολάκη. Ο 9χρονος Νικολάκης βρέθηκε νεκρός τον Σεπτέμβριο του 1994 μπροστά στην πόρτα του σπιτιού της Θοδώρας. Στην συγκεκριμένη υπόθεση κατηγορήθηκε για έκθεση ανηλίκου που είχε ως συνέπεια τον θάνατο.

Κατηγορία που απ’ όπου κι αν την κοιτάξει κανείς, γεννά μόνο ερωτηματικά και απορία, το πώς μπορεί να ευθύνεται η συγκεκριμένη γυναίκα για τον θάνατο το παιδιού, του οποίου την επιτήρηση του, είχε  το κράτος. Ο μικρός Νικολάκης, ήταν εκ γενετής άρρωστος, έχοντας ψυχιατρικά προβλήματα, και αυτός ήταν και ο λόγος που εισήχθη στις 24 Αυγούστου 1994, στην Παιδοψυχιατρική Κλινική του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης, απ’ όπου απέδρασε στις 10 Σεπτεμβρίου του 1994.

Στις 14 Σεπτεμβρίου επέστρεψε μόνος στο σπίτι του, όπου η μητέρα του τον βρήκε σε κωματώδη κατάσταση μπροστά στην πόρτα του σπιτιού της. Στο ιατρικό πόρισμα μετά το θάνατο του 9χρονου, τονιζόταν ότι «η αιτία του θανάτου του ήταν το υπογλυκαιμικό κώμα στο οποίο έπεσε το παιδί ύστερα από χορήγηση αντιδιαβητικής ουσίας». Η Θεοδώρα κατηγορήθηκε ότι είχε στο σπίτι της προσβάσιμα φάρμακα, τα οποία υποτίθεται ότι κατανάλωσε μικρός Νίκος (ο οποίος δεν μπήκε καν στο σπίτι, καθώς βρέθηκε έξω και παρελήφθη από ασθενοφόρο).

Ιατροδικαστής Ψαρούλης

Παράλληλα στην δικογραφία, δεν υπήρχε ιατροδικαστική εξέταση του θανόντα η οποία πραγματοποιήθηκε από τον Ιατροδικαστή Ψαρούλη του Ιπποκράτειου Θεσσαλονίκης. Μετά από την παρέμβαση του δικηγόρου της Θεοδώρας το πόρισμα της ιατροδικαστικής εξέτασης, προστέθηκε αργότερα.

Η επίσημη νεκροψία που πραγματοποιήθηκε στο παιδί, διαπίστωσε ότι ο μικρός πέθανε από εγκεφαλικό και πνευμονικό  οίδημα, τα οποία ήταν συμπτώματα της παθήσεως, από την οποία έπασχε το παιδί. Παράλληλα βεβαιώνεται στην νεκροψία, τα σπλάχνα τα οποία διερευνήθηκαν υπό την επιμέλεια του κυρίου Ψαρούλη, κατά την δήλωση του «δεν περιέχουν κάτι που να βοηθά στην ανεύρεση άλλων αιτιών του θανάτου».

Οι δικαστές «συμπληρώνουν» το βαρύ κατηγορητήριο με τις πράξεις της αποπλάνησης και της αιμομιξίας κατά των παιδιών της. Η κατηγορία αυτή στηρίχθηκε στην κατάθεση μιας γυναίκας που πήγαινε με τη Θεοδώρα σε συσσίτια, την οποία αργότερα η ίδια απέσυρε ενώπιον του Κακουργιοδικείου.

Η γυναίκα παρ’ όλα όσα λαμβάνουν χώρα, και έχουν στόχο το πρόσωπο της, εξακολουθεί να διακηρύσσει πως είναι αθώα, αλλά μένει στη φυλακή και παραπέμπεται σε δίκες. Θα μείνει προφυλακισμένη για 17 μήνες γεμάτους ξυλοδαρμούς και βασανιστήρια από άλλες συγκρατούμενες  οι οποίες είχαν πιστέψει ότι είχε σκοτώσει το παιδί της..

«Οι μήνες που πέρασα στη φυλακή ήταν από τους χειρότερους που έχω ζήσει» είπε η ίδια αργότερα σε συνέντευξη της στο People. «Οι άλλες κρατούμενες με βασάνιζαν και με ξυλοκοπούσαν, πιστεύοντας κι εκείνες ότι εγώ είχα σκοτώσει το παιδί μου. Δεν τους κρατάω κακία. Κι εγώ, αν άκουγα ότι μια μάνα κακοποιούσε τα παιδιά της σεξουαλικά, ότι διέπραττε αιμομιξία και ότι είχε φτάσει μέχρι το σημείο να δολοφονήσει το ένα από αυτά, το πιο μικρό, μπορεί να έκανα τα ίδια».

Το Φιάσκο και το απαλλακτικό Βούλευμα

Η Θεοδώρα είχε υποστηρίξει τότε στο δικαστήριο ότι δεν είχε δώσει καμία ουσία στο παιδί της, ενώ οι εμπειρογνώμονες γιατροί αποφάνθηκαν πως ο θάνατος προήλθε από ιογενή λοίμωξη.  Όπως αποκάλυψε άλλωστε στη συνέχεια ο αρμόδιος ιατροδικαστής, η γνωμάτευσή του είχε στηριχτεί μόνο στα στοιχεία του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου, τα οποία, σύμφωνα με την υπεράσπιση της Θεοδώρας, «ήταν ελλιπή».

Το 1996 το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης με βούλευμά του αφήνει ελεύθερη την Θεοδώρα Σουφχάρα , υπό τους όρους απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και περιοδικής εμφάνισής της στην αστυνομία και διέταξε συνέχιση της ανάκρισης, σύμφωνα με την πρόταση του εισαγγελέα.

Δίδεται στην δημοσιότητα το βούλευμα το όποιο αποδίδει το θάνατο του παιδιού της σε χρόνια ασθένεια και δε θεωρεί καθόλου σοβαρές τις κατηγορίες για την αιμομιξία, ενώ απορρίπτει τις υπόνοιες που εκφράστηκαν για τη σχέση μεταξύ του θανάτου του 9χρονου και των δυο ηλικιωμένων.

Το βούλευμα ανατρέπει τις κατηγορίες και κρίνει ότι η ανάκριση ήταν ελλιπής.

«Η ψυχοπαθολογική κατάσταση της κατηγορούμενης και η ασυνήθης δημοσιότητα που πήρε η υπόθεση φαίνεται ότι επέβαλαν έναν μονομερή προσανατολισμό», τονίζεται στο βούλευμα και συνεχίζει: «Με βάση την κοινή λογική και με οδηγό τα αποδεικτικά και μόνο στοιχεία, φρονούμε επιεικώς ότι οι σκέψεις του ιατροδικαστή Ψαρούλη, αποτελούν παράδοξες αλλά και αυθαίρετες πτήσεις επιστημονικής φαντασίωσης».

Καταπέλτης ο εισαγγελέας

Ποιος είχε την επιμέλεια του παιδιού, διερωτάται ο αντεισαγγελέας εφετών, η κλινική ή μητέρα του; Το ερώτημα είναι σαφές για τις ευθύνες, που τελικά αποδόθηκαν στο εύκολο θύμα, την ανυπεράσπιστη Σουφχάρα.

«Ποια ήταν η ζωή του εννιάχρονου Νίκου στο «Παπάφειο» ίδρυμα, πως και υπό ποιες συνθήκες κατέληξε η υπόθεση να γίνει πανελλήνιο θέμα και ακρόαμα» είναι κατά την πρόταση του εισαγγελέα ερευνητέα από την ανάκριση. «Τίθεται αφ’ εαυτού το ερώτημα, τονίζει ο εισαγγελέας, εάν η κατηγορουμένη, κατά το ως άνω χρονικό διάστημα είχε τυπικώς και ουσιαστικώς την επιμέλεια και επιτήρηση του ανηλίκου και τον εγκατέλειψε ευρισκόμενο σε κινδυνώδη κατάσταση.

«Υπ’ αυτάς τας συνθήκας υφίστατο εκ μέρους της κατηγορουμένης αντικειμενικώς η δυνατότητα επιτηρήσεως του τέκνου της. Και σε καταφατική περίπτωση, μια τέτοια εξεζητημένη παραμέληση των καθηκόντων εκ μέρους μιας δεινοπαθούσας γυναίκας, που πασχίζει κυριολεκτικώς διά την στοιχειώδη επιβίωση και τον επιούσιον άρτον, μπορεί να αναχθεί εις ψόγον της κατηγορουμένης, με αξίωση ποινικού κολασμού. «Η κατηγορουμένη όφειλε να επιλέξει ή να παραμείνει στην οικία φυλάττουσα τον ανήλικο με κίνδυνο ασιτίας, αλλά και εξώσεως εκ της οικίας (όπερ και συνέβη) ή να αφήσει ανεπιτήρητο το τέκνο της με τον εντεύθεν εγκυμονούμενο κίνδυνο εκ της εγκαταλείψεως.

Το επί λέξει εδάφιο της εισαγγελικής πρότασης, που προαναφέραμε, σε συνδυασμό με το «κονιορτοποιημένο» πλέον κατηγορητήριο γεννούν άλλες σκέψεις για την όλη υπόθεση. Ποιοι όμως, έφτιαξαν με πράξη και παραλείψεις τη χιονόμπαλα και ποιοι και γιατί την κύλησαν, ώστε να γίνει χιονοστιβάδα»;

Ο συνήγορος υπεράσπισης της Σουφχάρα κ. Γιάννης Νισύριος,  αναφέρθηκε στις ευθύνες παιδοψυχιατρικής κλινικής, από την οποία απέδρασε ο μικρός Νίκος Βιταμνάς. Είχε εισαχθεί εκεί στις 24 Αυγούστου 1994 και στις 10 Σεπτεμβρίου 1994 απέδρασε. Στις 14 Σεπτεμβρίου, επιστρέφει στο σπίτι του και η μητέρα του τον βρίσκει σε κώμα έξω από την πόρτα.

Η άτυχη γυναίκα περιγράφεται ως εξής στο βούλευμα:

“Η οικονομική κατάσταση και εν γένει διαβίωση της κατηγορούμενης κυμαίνεται από πολύ άσχημη έως τραγική. Άνεργη… φαίνεται στερούμενη των απολύτως αναγκαίων προς επιβίωση. Κατά τον χρόνο που φέρεται ότι τέλεσε τα αδικήματα ευρισκόταν υπό έξωση, υφιστάμενη τις πιέσεις του ιδιοκτήτη του σπιτιού όπου διέμενε”.

Και το πόρισμα – καταπέλτης διατάσσει περαιτέρω ανάκριση για να διαπιστωθεί μεταξύ άλλων “πώς και κάτω υπό ποιες συνθήκες, κατέληξε η υπόθεση να γίνει πανελλήνιο θέμα και ακρόαμα καθώς και ποιοι οι εμπνευστές του εγχειρήματος αυτού”.

Τότε είχε δηλώσει ο συνήγορος υπεράσπισης Α. Μπουκουβάλας “αν δε διαθέταμε όλες μας τις δυνάμεις προκειμένου να συγκεντρώσουμε τα απαραίτητα στοιχεία για την υπεράσπιση της Σουφχάρα, τη γυναίκα αυτή θα την έτρωγε η δημοσιότητα”.

Η κοινωνική λειτουργός

«Έπρεπε να καθίσουμε στο σκαμνί όλοι εμείς οι κοινωνικοί φορείς και οι υπηρεσίες που έπρεπε να την είχαμε βοηθήσει και αυτή τη δύστυχη μητέρα». Αβίαστα, από το σύνολο των στοιχείων, που αξιολόγησαν ο αντεισαγγελέας εφετών με το συμβούλιο εφετών, σχηματίζεται η δημοσιογραφική εκτίμηση, ότι κάποιοι για να αποσείσουν τις ευθύνες τους και συνεργούντων και άλλων λόγων, δημιούργησαν το ψηλαφούμενο πλέον φιάσκο. Φιάσκο σε βάρος μιας μόνης και ουσιαστικά ανίκανης να αμυνθεί μητέρας.

Βροχή αθωώσεων

Η πρώτη αθώωση έρχεται από το Συμβούλιο Εφετών και αφορά τον θάνατο του γιου της. Οι δικαστές με βούλευμα το 1997 δέχονται πως το παιδί πέθανε από ιογενή λοίμωξη και ότι δεν ευσταθούσε η κατηγορία της έκθεσης από την πλευρά της μητέρας του. Ωστόσο την παραπέμπουν σε δίκη για αποπλάνηση και αιμομιξία και για τα δύο της παιδιά. Το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Γιαννιτσών εκδίδει αθωωτική απόφαση κατά πλειοψηφία, με αθωωτική πρόταση του εισαγγελέα της έδρας.

Ακολουθεί η μεγάλη δίκη της Θεοδώρας Σουφχάρα για τον θάνατο των δύο ηλικιωμένων. Στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Κατερίνης απαλλάσσεται των κατηγοριών της και κρίνεται ότι δεν χορήγησε οποιαδήποτε επικίνδυνη ουσία στους δύο ηλικιωμένους.

Το 1999, η 47χρονη τότε νοσηλεύτρια, ράκος από την περιπέτειά της, περιμένει τη δικαίωση από την κοινωνία, την οποία δεν βρήκε ποτέ. Ούτε από τους συγγενείς της, που την άφησαν μόνη της. «Μπορεί να αθωώθηκε, αλλά ποτέ δεν δικαιώθηκε», επισήμανε μιλώντας στη «Μακεδονία» τότε ο συνήγορος υπεράσπισής της Γιάννης Νισύριος. «Ο διασυρμός της ήταν μεγαλύτερος από τις αθωωτικές αποφάσεις. Έπεσε θύμα διαδοχικών παραλείψεων και λαθών των αρχών», συμπλήρωσε.

Η νοσηλεύτρια ξεκινάει νέο δικαστικό αγώνα, προκειμένου αυτή τη φορά να δικαιωθεί για όσα της καταλογίστηκαν, την άδικη φυλάκιση της, και τον διασυρμό της. Τον Δεκέμβριο του 2002 καταθέτει αγωγή και διεκδικεί αποζημίωση 1 εκατομμυρίου ευρώ από την ιατροδικαστική υπηρεσία του ΑΠΘ, θεωρώντας ότι η έκθεση του ιατροδικαστή ήταν αυτή που ενίσχυσε τα κατηγορητήρια. Η αγωγή της όμως απορρίπτεται από τα δικαστήρια….

Πώς τελειώνει η ιστορία;

Η 57χρονη Θεοδώρα έμενε μόνη σε ένα ισόγειο διαμέρισμα στη Σταυρούπολη και συντηρούταν από την αναπηρική σύνταξη των 583 ευρώ που έπαιρνε ως καρκινοπαθής, από αυτά τα 300 έδινε στο ενοίκιο. Τα τελευταία χρόνια προσπαθούσε να αντιμετωπίσει τον καρκίνο, χωρίς να έχει επαφή με οποιονδήποτε συγγενή της. Άλλωστε η μοναδική της κόρη, είχε μεγαλώσει και ενηλικιώθηκε στο ορφανοτροφείο “Μέλισσα”, αφού είχε αφαιρεθεί η επιμέλεια από τη μητέρα της λόγω των κατηγοριών που αντιμετώπιζε. Οι επαφές με την 57χρονη…ελάχιστες, αφού σχεδόν δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους, παρά τις προσπάθειες της γυναίκας, με εντάσεις μέσα στο ορφανοτροφείο να την πάρει στο σπίτι τους. Της είχαν μείνει μόνον δύο φίλοι, οι οποίοι ανησύχησαν για την απουσία της και τη βρήκαν πεσμένη, δίπλα στο πιάνο, στο σαλόνι του διαμερίσματος..

Πέθανε μόνη, όπως έζησε όλα αυτά τα χρόνια, κάτω από τη φρικτή πίεση κατηγοριών, που τελικά μπορεί να κατέπεσαν στα δικαστήρια, αλλά την άφησαν με την ρετσινιά της φόνισσας….

Επιμύθιο

Βέβαια δεν θα περίμενε τίποτε κανείς από τα ΜΜΕ που καταδίκασαν πριν τη δίκη της, και παρέδωσαν προς «τέρψη» του κανίβαλου αισθήματος του «φιλοθεάμονος κοινού» μία ανήμπορη και ανυπεράσπιστη μάνα.

Όπως ανέφερε αι στο βούλευμα του ο εισαγγελέας εκείνη την εποχή:

«Θα ήταν εύκολο για τους κάθε είδους στομφώδεις εκφωνητές των καναλιών να διαβάσουν για τους ακροατές το παρακάτω απόσπασμα του βουλεύματος; “Αυτό το σωματικώς και ψυχικώς ναυαγισμένο άτομο που δεν είχε καμία απολύτως ηθική και υλική υποστήριξη από κανέναν ιδιώτη, αλλά και από την πολιτεία, κατηγορείται και λιθοβολείται ανελεήτως από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης…”.

Μπορείτε να παρακολουθήστε την συνέντευξη της κ. Σουφχάρα που χωρίζεται σε 3 βίντεο.

Το δεύτερος μέρος

Το Τρίτο μέρος

Πηγές: Τύπος της εποχής, makthes, Τα Νέα, Περιοδικό People.

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to top
Close
Browse Tags