Ο Παιδοκτόνος Αστυνομικός του Ευόσμου
Η παιδοκτονία είναι ένα από τα στυγερότερα εγκλήματα που μπορεί να συμβεί. Οι λόγοι που μπορεί να ωθήσουν έναν γονιό σε μία τόσο απονενοημένη πράξη ποτέ δεν γίνονται αποδεκτοί από το κοινωνικό σύνολο, με αποτέλεσμα να μην συγχωρείται ούτε από τους έγκλειστους των σωφρονιστικών καταστημάτων, οι οποίο έχουν έναν δικό τους άγραφο νόμο, που συνήθως εφαρμόζουν στους δράστες τέτοιων εγκλημάτων.
Είναι Δευτέρα 8. Ιουνίου 2015, στην οδό Νεμέας, στον Εύοσμο Θεσσαλονίκης ο 47χρονος αστυνομικός των ΜΑΤ βρίσκεται μόνος στο σπίτι με την 7χρονη Χρύσα. Η μητέρα του κοριτσιού βρίσκεται στη δουλειά της, ενώ και το μικρότερο παιδί της οικογένειας, περίπου ενός έτους, βρίσκεται στο σπίτι της γιαγιάς του. Η 7χρονη Χρύσα παίζει αμέριμνη μέσα στο σπίτι και τίποτε δεν προμηνύει το τι επρόκειτο να συμβεί στα επόμενα τραγικά λεπτά.
Λίγα λεπτά πριν από τις 3 το μεσημέρι της Τρίτης ο 47χρονος πατέρας της Χρύσας, πέρασε τα χέρια του γύρω από τον λαιμό της 7χρονης κόρης και σφίγγοντας τον ευαίσθητο και λεπτό λαιμό του άτυχου κοριτσιού, έκοψε πρόωρα το νήμα της ζωής της.
Δύο ώρες μετά το αποτρόπαιο έγκλημα, ο ίδιος θα επικοινωνήσει με την Άμεση Δράση λέγοντας «Ελάτε στραγγάλισα την κόρη μου» ομολογώντας την πράξη του ζητώντας από τους συναδέλφους του να στείλουν αστυνομικές δυνάμεις στην περιοχή.
Οι συνάδελφοι του 47χρονου, κατέφθασαν σε λίγα λεπτά στο σπίτι του, μιας και το Α.Τ. Εύοσμου είναι κοντά, μαζί και το ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ. Εκεί, βρισκόταν και μια κάτοικος της περιοχής, τελειόφοιτη Ιατρικής που έτρεξε να βοηθήσει, όμως δυστυχώς, ήταν αργά για το άτυχο κοριτσάκι. «Ήταν χωρίς σφυγμό. Ήρθαμε αργά προφανώς για να το σώσουμε. Τραγική εικόνα, δεν έχω ζήσει ποτέ κάτι παρόμοιο. Εύχομαι κανένας να μην το ζήσει αυτό», ανέφερε συγκλονισμένη.
Οι γιατροί προσπάθησαν επί ώρα να επαναφέρουν στη ζωή το παιδί, όμως μάταια… ήταν ήδη νεκρό από τα χέρια του ίδιου του πατέρα του! Τραγική φιγούρα η μητέρα της 7χρονης, που όταν ειδοποιήθηκε για το τραγικό συμβάν και επέστρεψε στο σπίτι από τη δουλειά της κατέρρευσε ουρλιάζοντας, μην μπορώντας να συγκρατήσει την οργή της ,ζητούσε να σκοτώσουν τον σύζυγο της.
Ένας ήσυχος άνθρωπος…
Οι γείτονες μιλούν για έναν ήσυχο άνθρωπο, ο οποίος δεν έδινε δικαιώματα αλλά συνάμα δεν είχε πολλές φιλικές σχέσεις με κανέναν. Τον χαρακτήρισαν ως “σκληρό” άνθρωπο, ενώ ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε στην γειτονιά το γεγονός ότι τις τελευταίες μέρες είχε κατεβασμένα τα πατζούρια του σπιτιού του. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, το μικρή Χρύσα φέρεται να έκανε φασαρία, με αποτέλεσμα ο πατέρας της να την ξυλοφορτώσει, πριν την στραγγαλίσει με τα ίδια του τα χέρια.
Ψυχολογικά προβλήματα..
Ο 47χρονος παιδοκτόνος σύμφωνα με το αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας το 2011 είχε πάρει άδεια λόγω ψυχολογικών προβλημάτων, αλλά έκτοτε δεν φαίνεται να αναφέρθηκε υπηρεσιακά τουλάχιστον κάποιο ψυχοσωματικό πρόβλημα. Υπηρετούσε στα ΜΑΤ Θεσσαλονίκης, και μόλις είχε επιστρέψει στην υπηρεσία του πριν από λίγες μέρες, μετά από 9μηνη άδεια ανατροφής που είχε λάβει, λόγω της γέννησης του δεύτερου παιδιού του και εκτελούσε χρέη σκοπού.
Σύμφωνα με το συγγενικό του περιβάλλον, είχε μανιοκατάθλιψη, ενώ το διάστημα που απουσίαζε από την υπηρεσία του, λόγω της άδειας ανατροφής, που είχε λάβει το προηγούμενο διάστημα, επισκέφθηκε ιδιώτη γιατρό και ακολουθούσε φαρμακευτική αγωγή. H μητέρα της 7χρονης κοιμόταν με τα παιδιά της αρκετά βράδια στο πατρικό της γιατί φοβόταν να πάει να μείνει σπίτι της, με τον άντρα της παρόλο που δεν υπήρξε ποτέ του βίαιος, και δεν είχε δώσει ανάλογα δείγματα συμπεριφοράς. Ήταν όμως συνέχεια απόμακρος, στον κόσμο του και νευρικός, γεγονός που την τρόμαζε. Τα παιδιά δεν τα άφηνε μαζί του χωρίς την παρουσία τρίτου προσώπου.
Τον τελευταίο χρόνο χειροτέρεψε, και άρχισε τους ψυχιάτρους. Μετάνιωσε που έκανε παιδιά, δεν ήθελε, ήθελε να παραιτηθεί, αλλά δεν τον άφηνε όμως, του έλεγε πώς αν συνεχίσει αυτή την συμπεριφορά και σταματήσει από την δουλειά, θα έφευγε μόνιμα με τα παιδιά.
Οι ψυχίατροι διέγνωσαν μανιοκατάθλιψη, όπου με την κατάλληλη θεραπεία , και την λήψη φαρμακευτικής αγωγής θα μπορούσε να κάνει φυσιολογική ζωή.
Στον Ανακριτή
Ο κατηγορούμενος οδηγήθηκε και παρέμεινε κρατούμενος στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης, όπου ανακρίθηκε από τους επικεφαλής του Τμήματος Εγκληματών Κατά Ζωής, της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, Μετά το πέρας της διαδικασίας οδηγούν τον πρώην συνάδελφο τους στον αρμόδιο εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης.
Ο 47χρονος αρχιφύλακας που υπηρετούσε στα ΜΑΤ Θεσσαλονίκης, περνάει το κατώφλι του Δικαστικού Μεγάρου με σκυμμένο το κεφάλι. Κατά την 20λεπτη παραμονή του στο γραφείο της εισαγγελικής λειτουργού ομολόγησε την αποτρόπαια πράξη του, και ζήτησε ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη, επικαλούμενος ψυχολογικά προβλήματα, αρνούμενος την νομική εκπροσώπηση του από δικηγόρο. Όση ώρα περίμενε έξω από το γραφείο του ανακριτή ήταν ανέκφραστος και «χαμένος».
Σύμφωνα με την ομόφωνη απόφαση εισαγγελέα και ανακριτή μετά την απολογία του στον Γ’ τακτικό ανακριτή κρίθηκε προφυλακιστέος και επέστρεψε στα κρατητήρια, απ’ όπου θα οδηγείτο σε μία από τις φυλακές της χώρας, χωρίς να είχε γίνει γνωστό σε ποια περιοχή.
Η δίκη
Στις 8/9/2016 ο 48χρονος θα καθίσει στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου κατηγορούμενος για τη δολοφονία του επτάχρονου παιδιού του. Αναβαίνοντας στο βήμα ως μάρτυρας η μητέρα της 7χρονης, κατά την διάρκεια της εξέτασής της ξέσπασε σε κλάματα λέγοντας «Αναρωτιέμαι γιατί το έκανε». Η ίδια επιβεβαίωσε ότι ο πρώην, πλέον, σύζυγός της με τον οποίο εκτός από την 7χρονη έχει αποκτήσει ακόμη μία, μικρότερη σε ηλικία κόρη, έπασχε από «απλή αγχώδη διαταραχή» και λάμβανε «ήπια φαρμακευτική αγωγή», ενώ μόλις είχε επιστρέψει στην υπηρεσία του μετά από 9μηνη γονική άδεια. Περιέγραψε, ωστόσο, τη ζωή τους ως «φυσιολογική» και τον κατηγορούμενο ως «στοργικό πατέρα».
Δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να ήταν προσχεδιασμένο το έγκλημα, καθώς είχε συμφωνήσει με τον δράστη να πάει εκείνος τα παιδιά σε συγγενικό τους πρόσωπο, ο 48χρονος άφησε μόνο τη μικρή κόρη κι επέστρεψε με τη μεγάλη στο σπίτι. Πρόσθεσε, δε, ότι αγνοούσε το γεγονός ότι ο τότε σύζυγός της εκείνη τη μέρα δεν πήγε στη δουλειά του και αρνήθηκε ότι προηγήθηκε κάποιος καβγάς μεταξύ τους.
Η μητέρα του κατηγορούμενου αποκάλυψε ότι ο γιος της είχε αποπειραθεί το 2004 να αυτοκτονήσει, αλλά, όπως είπε, «σε δύο μήνες έγινε καλά». Ερωτηθείσα για τα ψυχολογικά προβλήματα που αντιμετώπιζε τον τελευταίο καιρό σημείωσε ότι είχε καταλάβει ότι δεν είναι καλά. «Είχε άγχος, δεν μιλούσε, κάπνιζε, ήταν στεναχωρημένος.
Η γυναίκα του τον πίεζε να πάει στη δουλειά», ανέφερε.
Ο αστυνομικός της Άμεσης Δράσης, που μίλησε έφτασε πρώτος στον τόπο του εγκλήματος και μίλησε με το δράστη λίγο μετά το έγκλημα, κατέθεσε τα εξής: «Δέχθηκα την κλήση. Μου είπε στείλτε περιπολικό, διότι έπνιξα το παιδί μου. Είχε αργή αλλά σταθερή φωνή. Ήταν απόλυτα ψύχραιμος». Την εικόνα ενός ήρεμου και ψύχραιμου ανθρώπου, μετέφερε στο δικαστήριο και ο δεύτερος μάρτυρας – αστυνομικός, ο οποίος είχε μεταβεί στον τόπο του εγκλήματος.
«Μας περίμενε έξω από το διαμέρισμα. Επανέλαβε το ίδιο πράγμα ότι έπνιξε το παιδί του. Μιλούσε καθαρά και δεν φαινόταν σε έξαλλη κατάσταση ή σε σοκ».
Η απολογία
Καθ’ όλη τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ο 48χρονος καθόταν ανέκφραστος στο εδώλιο, με σκυφτό το κεφάλι. Όταν ήρθε η ώρα της απολογίας του είπε ότι ήταν θολωμένος, μην μπορώντας όμως να καταλάβει πώς «οπλίστηκαν» τα χέρια του. «Δεν το έκανα για να εκδικηθώ τη γυναίκα μου. Μετά το συμβάν σκέφτηκα να αυτοκτονήσω. Δεν ήμουν καθόλου καλά ψυχολογικά. Πηγαίναμε με τη γυναίκα μου σε ψυχιάτρους. Από το 2014 ένιωθα θλίψη, απόγνωση, αϋπνία. Μετάνιωσα. Αισθάνομαι μία θλίψη, μία στενοχώρια. Δεν ήμουν καλά εκείνη τη μέρα. Είχα μαλώσει με την πρώην γυναίκα μου. Θόλωσα και πριν το καταλάβω έγινε το κακό. Δεν κατάλαβα πώς έγινε. Ζητώ συγγνώμη», απολογήθηκε, και πριν προλάβει να ολοκληρώσει η πρώην σύζυγός του εγκατέλειπε την αίθουσα, χειροκροτώντας ειρωνικά και ξεσπώντας σε λυγμούς.
Η καταδίκη
Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο (ΜΟΔ) Θεσσαλονίκης, απορρίπτοντας τον ισχυρισμό περί μειωμένου καταλογισμού, λόγω ψυχικής διαταραχής -όπως ισχυρίστηκε η υπεράσπισή του – τον έκρινε ένοχο, χωρίς να του αναγνωρίσει κανένα ελαφρυντικό, επιβάλλοντας του την ποινή των ισοβίων δεσμών για την δολοφονία της 7χρονης κόρης του. Μετά την ετυμηγορία του δικαστηρίου, ο 48χρονος επέστρεψε στις φυλακές.
Το εφετείο
Στις 4.Νοεμβρίου 2019 ο πρώην αστυνομικός, θα καθίσει για δεύτερη φορά στο εδώλιο του κατηγορουμένου, στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης σε μία προσπάθεια να «σπάσει» την ποινή των ισοβίων δεσμών που του επιβλήθηκαν σε πρώτο βαθμό.
Η πρώην σύζυγος του, εμμένοντας στην αρχική της μαρτυρία, καταθέτοντας από το βήμα του μάρτυρα, υποστήριξε ότι επρόκειτο για προσχεδιασμένο έγκλημα. Ανέφερε δε ότι ο κατηγορούμενος -με τον οποίο εκτός από την άτυχη 7χρονη έχει αποκτήσει ακόμη μία, μικρότερη σε ηλικία, κόρη- έπασχε παλιότερα από “απλή αγχώδη διαταραχή”, χωρίς όμως να αντιμετωπίζει κατά τον χρόνο τέλεσης της ανθρωποκτονίας “ψυχικά προβλήματα”, όπως διατείνεται εκείνος.
Παρέπεμψε μάλιστα στις ψυχομετρικές εξετάσεις της αστυνομίας από τις οποίες είχε περάσει λίγο καιρό πριν και κρίθηκε ως ικανός να φέρει όπλο. “Δεν περνούσε από το μυαλό μου ότι θα μπορούσε να προβεί σ’ αυτήν την πράξη” διαφορετικά, όπως πρόσθεσε, “θα είχα πάρει τα παιδιά και θα έφευγα”. “Έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία” συμπλήρωσε.
Ο κατηγορούμενος δια του συνηγόρου του ζήτησε να κριθεί με μειωμένο καταλογισμό, ισχυριζόμενος ότι αντιμετωπίζει ψυχικά προβλήματα, εξαιτίας των οποίων -σύμφωνα με όσα ανέφερε ο συνήγορός του- εκτίει την ποινή του για το έγκλημα στο νοσοκομείο κρατουμένων Κορυδαλλού.
“Μακάρι να μπορούσα να δώσω τη ζωή μου για να φέρω πίσω την κόρη μου” είπε στην απολογία του και ζήτησε συγγνώμη για την αποτρόπαια πράξη του, την οποία -όπως πρόσθεσε- μέχρι σήμερα δεν είναι σε θέση να εξηγήσει.
“Δεν μπορώ να καταλάβω πώς το έκανα. Δεν ήμουν καλά και συνεχίζω να μην είμαι καλά. Ήταν αυθόρμητο, δεν είχα προσχεδιάσει τίποτα. Εκείνη την ώρα δεν σκεφτόμουν τίποτα” απολογήθηκε ο καθ’ ομολογία παιδοκτόνος.
Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης, ενώπιον του οποίου εξετάστηκε η υπόθεση σε δεύτερο βαθμό, έκρινε ένοχο τον 51 ετών κατηγορούμενο για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, αλλά του αναγνώρισε το ελαφρυντικό του πρότερου σύννομου βίου και αποφάσισε την μετατροπή της ποινής των ισοβίων σε κάθειρξη 15 ετών.