Η Δολοφονία της Χρυσούλας Βλάχου
Ο έρωτας όπως λέει ο σοφός λαός είναι τυφλός,, και αν σ’ αυτό προστεθεί και το «νεαρό της ηλικίας», σίγουρα ο ερωτευμένος άνθρωπος, αδυνατεί να συνειδητοποιήσει, ή να καταλάβει τα «σημάδια» ότι το «όνειρο» ενδέχεται να εξελιχθεί σε εφιάλτη.
Η Χρυσούλα Βλάχου ήταν ένα όμορφο 18χρονο κορίτσι όταν γνώρισε και ερωτεύτηκε τον Νίκο Σ κάνοντας τα δικά της όνειρα για το μέλλον. Ήδη από τις αρχές της γνωριμίας τους υπήρξαν διακυμάνσεις στη σχέση τους, με εντάσεις, όμως στην συνέχεια τα «ξαναβρίσκανε».
Το νεαρό της ηλικίας, δεν επέτρεψαν στο νεαρό κορίτσι να αντιληφθεί, τον πραγματικό χαρακτήρα του Νίκου. Μάλωναν, τα ξανάβρισκαν, μία επαναλαμβανόμενη κατάσταση. Το 2000 το ζευγάρι παντρεύτηκε καθώς προέκυψε εγκυμοσύνη, και το 2001 γεννήθηκε το παιδί τους, ένα υγιέστατο κοριτσάκι.
Τις περισσότερες φορές ο ερχομός ενός παιδιού έρχεται να συμπληρώσει την ευτυχία ενός ζευγαριού, όμως υπάρχουν και εξαιρέσεις. Η ιστορία της Χρυσούλας Βλάχου, ανήκει σε αυτές τις εξαιρέσεις.
Το «ατύχημα»
Στις 23 Αυγούστου 2010 η 31χρονη Χρυσούλα Βλάχου βρέθηκε νεκρή μέσα στο σπίτι της μέσα σε μια λίμνη αίματος. Κλήθηκε από τον σύζυγο της ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ το οποίο όταν έφτασε, μαζί με την αστυνομία, και αρκέστηκε στην διαπίστωση του θανάτου της άτυχης γυναίκας, της οποίας την σορό την μετέφερε για νεκροψία..
Το γεγονός θεωρήθηκε και καταγράφηκε ως ατύχημα, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του συζύγου της, ο οποίος επικαλέστηκε ότι η άτυχη γυναίκα έπεσε από την εσωτερική σκάλα του σπιτιού τους.
Εδώ συμβαίνει το πρώτο παράλογο στην υπόθεση του θανάτου της Χρυσούλας, που δυστυχώς θα αποτελούσε ένα από τα τραγικότερα λάθη, στον χειρισμό της υπόθεσης.
Μετά την περάτωση της πρόχειρης προανακριτικής αυτοψίας του χώρου, δόθηκε εντολή στους συγγενείς να καθαρίσουν τον χώρο, χωρίς να κληθεί ο Ιατροδικαστής υπηρεσίας να προβεί στην αυτοψία και καταγραφή του χώρου, και των στοιχείων. Δεν λήφθηκαν αποτυπώματα, δεν λήφθηκε DNA από τα νύχια του θύματος, και το χειρότερο δεν υπήρξε έκθεση αυτοψίας.
Ο Ιατροδικαστής, στο πόρισμα του ως προς την αιτία θανάτου, κατέγραψε πώς οφειλόταν σε ατύχημα, συγκεκριμένα «πτώση εξ ύψους», γεγονός που καταγράφηκε και στο πιστοποιητικό θανάτου ως αιτία.
«Έγκλημα»
Στον τόπο του συμβάντος, βρέθηκε ένας ευσυνείδητος επαγγελματίας αστυνομικός ο οποίος τράβηξε φωτογραφίες του χώρου και της θανούσης, τις οποίες απέστειλε στο εγκληματολογικό. Όταν παρέλαβε ο Ιατροδικαστής τις φωτογραφίες και διενήργησε νεκροψία – νεκροτομή διαπίστωσε ότι όλα τα ευρήματα σε συνδυασμό με το φωτογραφικό υλικό μαρτυρούσαν πώς επρόκειτο για εγκληματική ενέργεια.
Συντάχθηκε ιατροδικαστική έκθεση η οποία περιέγραφε αναλυτικά ότι το θύμα είχε τραύματα στο κεφάλι, ενώ η αιτία θανάτου, ήταν «πλήξεις από αμβλύ όργανο» που δέχθηκε και της προκάλεσαν βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις.
Δύο μέρες αργότερα, οι οικείοι της άτυχης γυναίκας ενημερώθηκαν από την Αστυνομία ότι έπρεπε να γίνει αυτοψία στον χώρο, αφού ο ιατροδικαστής μέσω των φωτογραφιών που είχε στην κατοχή της η Αστυνομία υποδεικνύαν ότι πρόκειται για χώρο εγκλήματος και όχι για τόπο ατυχήματος.
«Γραφειοκρατία»
Η Αστυνομία ξεκίνησε μια μακρά διαδρομή για την εξιχνίαση της υπόθεσης. Από τα στοιχεία της δικογραφίας και τα διαβιβαστικά που έγιναν, το έγγραφο του ΑΤ Κοζάνης, προς τον Εισαγγελέας Κοζάνης, που ζητούσε να γίνει άρση του του τηλεφωνικού απορρήτου, έκανε λόγο ότι γινόταν έρευνα για ανθρωποκτονία με ημερομηνία 18.10.2010.
Ενώ υπήρχαν ενδείξεις και υπόνοιες για εγκληματική ενέργεια, η δικογραφία, παρέμεινε στο ΑΤ περίπου 1,5 χρόνο και μετά διαβιβάστηκε στο Τμήμα Ασφαλείας Κοζάνης, και τελικά το 2012 διαβιβάστηκε στην Εισαγγελία Κοζάνης.
Το 2013 ο Ανακριτής ξανάνοιξε την υπόθεση καλώντας συγγενείς, φίλους και όσους εμπλέκονταν να καταθέσουν.
Χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια στην Ελληνική δικαιοσύνη μέχρι να προσάγει για ανάκριση τον σύζυγο του θύματος. Το 2014 μετά την απολογία, του ασκήθηκε ποινική δίωξη για δολοφονία της συζύγου του, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και ορίστηκε δικάσιμος.
Η Δίκη
Στις 12 Ιανουαρίου 2017 ο 43χρονος Ν.Σ κάθισε στο εδώλιο του κατηγορουμένου ενώπιον των δικαστών του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Φλώρινας αντιμέτωπος με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση. Η ακροαματική διαδικασία ξεκίνησε με τις καταθέσεις των μαρτύρων οι οποίοι περιέγραψαν τα όσα αφορούσαν την υπόθεσης, έτσι όπως τα βίωσαν.
Οι συγγενείς του Θύματος
Η κουνιάδα της Χρυσούλας, όπως και οι ξαδέρφες της, που ήταν οι πιο κοντινοί της άνθρωποι, σκιαγράφησαν το προφίλ του κατηγορούμενου ως ατόμου γεμάτο μίσος και θυμό, το οποίο είχε βιαιοπραγήσει επανειλημμένα εναντίον της γυναίκας του. Σύμφωνα με τα λεγόμενα τους, η αδικοχαμένη φοβόταν το σύζυγό της, έδειχνε συνεχώς ψυχικά κακοποιημένη, ενώ το σπίτι της, στερούταν τα αναγκαία.
Ιδιαίτερος λόγος έγινε για την πεθερά της Χρυσούλας, η οποία μεγάλωνε το παιδί «κατ’ απαίτηση του συζύγου» επιβάλλοντας δικούς της κανόνες ανατροφής στο παιδί της θανούσας, ενώ έγινε εκτενής αναφορά στην παράλληλη σχέση του κατηγορούμενου με άλλη γυναίκα την οποία παντρεύτηκε ένα χρόνο μετά τον θάνατο της Χρυσούλας.
Οι συγγενείς του κατηγορούμενου
Η μητέρα του κατηγορούμενου στην μαρτυρία της μίλησε για μια ωραία οικογένεια που είχε ο γιος της χωρίς να έχει γνώση τυχόν προβλημάτων του ζευγαριού. Ανέφερε πώς ήταν πιθανό η συγχωρεμένη να άνοιξε την πόρτα σε κάποιον άγνωστο που να διέπραξε το έγκλημα. Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος δεν κάλεσε άμεσα το ΕΚΑΒ, αλλά τον κουνιάδο του, προσπάθησε να το αιτιολογήσει ως συμπεριφορά που ήταν αποτέλεσμα αγωνίας και πανικού.
Ο πατέρας του κατηγορούμενου καταθέτοντας έστρεψε τα βέλη του εναντίον της οικογένειας του θύματος. Εξήρε τον ρόλο του γιου του στα όσα πρόσφερε, όχι μόνο στην οικογένεια του, αλλά και στους συγγενείς του θύματος, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο κατηγορούμενος γιος του υπήρξε θύμα «εκμετάλλευσης» από την οικογένεια της θανούσης.
Η Απολογία
Ο κατηγορούμενος στην κατάθεση του υποστήριξε ότι η γυναίκα του λιποθύμησε κι έπεσε, μιας και συχνά είχε ανάλογα λιποθυμικά επεισόδια. Ανέφερε ότι δεν πιστεύει ότι μπορεί να την σκότωσε κάποιος τρίτος. Όταν την είδε αιμόφυρτη στο πάτωμα η πρώτη του σκέψη ήταν να την μεταφέρει στο νοσοκομείο και όχι να καλέσει το ασθενοφόρο. Δεν τα κατάφερε και ζήτησε την βοήθεια του μικρού αδελφού της, αλλά και των γειτόνων χωρίς να βρει ανταπόκριση.
Δεν ήταν σίγουρος για το πόση ώρα έμεινε στο σπίτι το κρίσιμο εκείνο διάστημα θεωρώντας ότι η ακρίβεια στις ώρες των γεγονότων μετά από τόσα χρόνια δεν έχουν τόση σημασία.
Χαρακτήρισε ψεύτες τους συγγενείς της θανούσας , οι οποίοι μιλούσαν για βιαιότητα, ξυλοδαρμούς, έλλειψη των αναγκαίων και απόσταση του ζευγαριού από την υπόλοιπη οικογένεια. «Ποτέ δεν τσακωθήκαμε» είπε «πληρώναμε και για άλλους» συνέχισε τονίζοντας ότι είχαν μεζονέτα και την ημέρα του θανάτου της Χρυσούλας Βλάχου θα της αγόραζε και αυτοκίνητο.
Καταδίκη
Η εισαγγελέας της Φλώρινας στην αγόρευση της επισήμανε τα λάθη και τις παραλείψεις των αρχών οι οποίες διαπράχθηκαν στον χειρισμό της υπόθεσης , και συνέβαλαν στην καθυστέρησης της εξιχνίασης, και απόδοσης δικαιοσύνης. Ζήτησε από το δικαστήριο να κρίνει τον κατηγορούμενο ένοχο της κατηγορίας και να τον καταδικάσει.
Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο μετά από 6,5 χρόνια και 7 συνεχόμενες συνεδριάσεις έκρινε ομόφωνα ένοχο τον Νίκο Σ, σύζυγο της άτυχης γυναίκας για τη δολοφονία της και του επέβαλε 20ετή ποινή φυλάκισης, αναγνωρίζοντας του το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου.
Ο καταδικασθείς άσκησε έφεση, η οποία είχε ανασταλτικό χαρακτήρα, πράγμα που του έδωσε το δικαίωμα να παραμείνει ελεύθερος, μέχρι την εκδίκασή της υπόθεσης στο Εφετείο, με περιοριστικούς όρους, της εξόδου από τη χώρα και της εμφάνισή του, κάθε 15 μέρες στο Αστυνομικό Τμήμα Κοζάνης.
Μία εκτενή αναφορά στην υπόθεση έγινε μέσα από την εκπομπή της Τατιάνα Στεφανίδου η οποία φιλοξένησε τους συγγενείς της Χρυσούλας Βλάχου, τον δικηγόρο της οικογένειας και συζητήθηκαν λεπτομέρειες της υπόθεσης και της δίκης. Η εκπομπή χωρίζεται σε 2 μέρη και τα υπάρχουν στο κανάλι του kozan.gr
Α’ Μέρος της εκπομπής
Β’ Μέρος της Εκπομπής
Εφετείο
Τον Ιανουάριο του 2019 η υπόθεση δολοφονίας της Χρυσούλας Βλάχου ξαναζωντάνεψε στην αίθουσα του Μικτού Ορκωτό Εφετείου της Κοζάνης. Η ακροαματική διαδικασία ξεκίνησε με τις μαρτυρίες της οικογένειας του θύματος, οι οποίοι για μία ακόμη φορά σθεναρά υποστήριξαν ότι ο κατηγορούμενος σύζυγός είναι και ο διαπράξας το έγκλημα. Στη δικαστική αίθουσα υπήρξαν στιγμές έντασης, όπου και απαιτήθηκε η επέμβαση της αστυνομίας για να διατηρηθεί η τάξη.
Οι μαρτυρίες των αδελφών της θανούσης για την βιαιότητα του κατηγορούμενου, και η αναφορά στον βίο του ζευγαριού, και την κοινωνική απομόνωση στην οποία διαβιούσε η Χρυσούλα Βλάχου, περιεγράφηκε με τα πιο «μελανά» χρώματα, όπως έγινε και την πρώτη δίκη. Το ψυγείο του σπιτιού τους ήταν μονίμως άδειο, δεν υπήρχε φαγητό ούτε θέρμανση. Λόγος έγινε και για την ψυχρότητα του κατηγορούμενου στο νοσοκομείο όπου οι γιατροί ανακοίνωσαν και το θάνατο της γυναίκας, και στην κηδεία.
Έγινε ιδιαίτερη αναφορά στις εντολές της αστυνομίας να καθαριστούν τα αίματα στο σπίτι με το ερωτηματικό να πλανάται για ποιο λόγο δεν μπήκε το εγκληματολογικό για περαιτέρω έρευνα.
Στο νεκροτομείο ένας εκ των αδελφών είδε την Χρυσούλα με μαυρισμένο μάτι, μια ουλή όπου φαινόταν τα κόκαλα και τρία χτυπήματα στο ίδιο σημείο χωρίς επιπλέον μώλωπες στο υπόλοιπο σώμα. Συγκλονιστικές ήταν οι μαρτυρίες όσων είδαν τα αποτυπώματα της πράξης με χαρακτηρισμούς όπως «κρανίου τόπος, θάλασσα αίματος».
Μαζί με το ζευγάρι έμενε και ένας εκ των αδελφών της Χρυσούλας, ο οποίος στην κατάθεσή του ανέφερε ότι είδε τον κατηγορούμενο να κάνει μαλάξεις στην Χρυσούλα τονίζοντας ότι δεν είχε καλέσει καν το ΕΚΑΒ, κάτι που έκανε ο ίδιος. Πήγε με τους αστυνομικούς στο σπίτι κατόπιν, αλλά δεν τον άφησαν να μπει μέσα. Κατόπιν ο κατηγορούμενος μετά την 23η Αυγούστου άλλαξε σπίτι, και διέμενε με την γυναίκα, με την οποία στην συνέχεια παντρεύτηκε. Ο γάμος έγινε τρία χρόνια μετά το θάνατο της Χρυσούλας Βλάχου. Το παιδί του ζευγαριού έμενε με τη γιαγιά, τη μητέρα του κατηγορούμενου.
Ο Ιατροδικαστής
Ο Ιατροδικαστής στην κατάθεση του μίλησε καθαρά για εγκληματική πράξη, και απάντησε στις μομφές που στρέφονταν εναντίον του. «Δεν με κάλεσαν στην αυτοψία, ίσως επειδή πήγε κατευθείαν το ΕΚΑΒ. Το συμβάν έγινε το πρωί, εγώ πήγα το απόγευμα για τη νεκροψία. Είχε τρία παράλληλα χτυπήματα. Από πτώση, δεν θεωρώ ότι μπορεί να έγιναν παράλληλα τα χτυπήματα. Θα μπορούσαν να είναι και τα σκαλιά το θλων και τέμνων όργανο».
«Το «κατόπιν πτώσης εξ ύψους» που έγραψα στην αρχή ήταν επιπόλαιο. Μετά από μία, ή δύο μέρες πήγα να δω τα σκαλιά. Με παραξένεψε που δεν υπήρχαν καθόλου κακώσεις στο σώμα, ενώ με μία πτώση, θα έπρεπε να υπάρχουν. Αν ήταν πτώση, θα είχε και πολύ περισσότερες πιτσιλιές αίματος. Ο θάνατος μπορεί να ήταν και ακαριαίος. Όταν έκανα την αυτοψία, ενημέρωσα την αστυνομία και είπα ότι ενδυναμώνεται το ενδεχόμενο εγκληματικής ενέργειας και αποδυναμώνεται αυτό του ατυχήματος. Το συμβάν έλαβε χώρα κάτω, όχι ψηλά. Η εκδοχή του τυχαίου πεσίματος είναι η πιο αδύναμη».
«Η αστυνομία δεν με κάλεσε στο σημείο εξαρχής, γιατί το πτώμα το είχε πάρει το ΕΚΑΒ. Αν πήγαινα από την αρχή, δεν θα έδινα το αρχικό πιστοποιητικό θανάτου πτώσης εξ ύψους».
Ιατροδικαστής της Οικογένειας
Ο Ιατροδικαστής που όρισε η οικογένεια της Χρυσούλας Βλάχου ανέφερε στην κατάθεση του πώς «έγιναν πολλά λάθη. Θα έπρεπε ο Ιατροδικαστής να πάει κατευθείαν για αυτοψία. Ο θάνατος δεν προήλθε ξεκάθαρα από πτώση. Το πτώμα θα έπρεπε να έχει περισσότερα τραύματα σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος, όχι μόνο στο κεφάλι. Δεν είχε κανένα κάταγμα, ενώ θα έπρεπε να έχει. Είχε μόνο ένα κάταγμα στο δεξί μέτωπο, πάνω από το φρύδι. Φέρνει κακώσεις μόνος το κεφάλι, πουθενά αλλού. Αυτό αποκλείει την πτώση. Το τραύμα που είχε τοξοειδές σχήμα δεν έγινε από το σκαλί, αλλά από κάποιο αντικείμενο, όπως κλειδί ή κατσαβίδι κλπ. Το χτύπημα στην μύτη μπορεί να προκλήθηκε από μπουνιά. Ούτε μία στο εκατομμύριο ο θάνατος να προήλθε από πτώση».
Κατάθεση αστυνομικού
Ο αστυνομικός που ήταν απο τους πρώτους που βρέθηκαν στον τόπο του εγκλήματος κατέθεσε, ότι επρόκειτο για εγκληματική ενέργεια. Παράλληλα ανέφερε ότι ο 39χρονος τότε σύζυγος του θύματος, είχε πέσει σε αντιφάσεις κατά την κατάθεση του.
«Από την εμπειρία μου, το αίμα ήταν πάρα πολύ για να είναι από την πτώση. Δε σας το λέω με βεβαιότητα, αλλά δεν ήταν απλό πέσιμο. Το τηλεφώνημα που ανέφερε ο κατηγορούμενος, ότι έκανε στον άνθρωπο που θα πήγαινε για δουλειά, προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, ότι έγινε μία ώρα και δέκα λεπτά νωρίτερα από ότι ισχυρίζεται , και μετά πήγε σπίτι του. Οπότε υπάρχουν αντιφάσεις στις καταθέσεις. Από την εμπειρία μου, αυτό που μπορώ να σας πω, είναι ότι πρόκειται για έγκλημα, γιατί από τον κατηγορούμενο προκύπτουν αντιφάσεις».
Η κατάθεση του Διευθυντή Εγκληματολογικού
Κατά την κατάθεσή του, ο τέως Διευθυντής Εγκληματολογικού δήλωσε ότι θεωρεί πιθανό το σενάριο της δολοφονίας. «Πήγα στο σημείο με φωτογράφο της υπηρεσίας. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση η μεγάλη ποσότητα αίματος που δεν συνάδει με το «ατύχημα». Αναζήτησα στο νοσοκομείο τον σύζυγο αλλά νοσηλευόταν σε θάλαμο βραχείας νοσηλείας σε κατάσταση σοκ. Κατάλαβα ότι κάτι δεν πάει καλά. Το τμήμα που ανέλαβε θα έπρεπε να δώσει εντολή για παραπάνω έρευνα. Δεν έχω κάποιο στοιχείο για να αποδειχθεί το ενδεχόμενο διάρρηξης».
«Πρόκειται για έναν βίαιο θάνατο. Τα χτυπήματα ήταν περίπου παράλληλα. Είναι απίθανο μία στο εκατομμύριο να είναι ατύχημα, με παράλληλα χτυπήματα. Αν δεν είχε τραβηχτεί το πτώμα, ίσως να είχαμε περισσότερα στοιχεία. Όπως λέει ο κατηγορούμενος άνοιξε την πόρτα και μετακινήθηκε το πτώμα, είναι απορίας άξιο, πώς δεν είχε αίματα η πόρτα ενώ θα έπρεπε να είχε. Οι πιτσιλιές του αίματος έφταναν και στον απέναντι τοίχο, όλα αυτά είναι ενδείξεις εγκληματικής ενέργειας. Τα χτυπήματα θα έπρεπε να ήταν από την πλευρά που υπήρχαν τα αίματα ενώ δεν ήταν. Ίσως ο δράστης να την έπιασε από τα μαλλιά και να την χτυπούσε στο σκαλί».
Υπάλληλος του ΕΚΑΒ
Στην δίκη κατέθεσαν και μέλη του πληρώματος του ΕΚΑΒ το οποίο κλήθηκε στο σημείο για να παραλάβει την Χρυσούλα Βλάχου. «Φτάνοντας είδαμε δύο άντρες, ίσως ο αδελφός και σύζυγος. Την βρήκαμε πεσμένη στο τελευταίο πλατύσκαλο, στην εσωτερική σκάλα. Έδειχνε κάτι το πρόσφατο, δεν υπήρχε ακαμψία, δεν είχαν πήξει τα αίματα. Ίσως είχε μεταφερθεί, γι’ αυτό ήταν ανάσκελα. Είχε πολύ μεγάλο τραύμα και το τραύμα αυτό βγάζει πολύ αίμα. Δε φορούσε το ένα παπούτσι αλλά δεν ξέρω αν βγήκε, ή δεν το έβαλε ποτέ. Και οι δύο άντρες ήταν πανικόβλητοι. Ο ένας πάντως θυμάμαι είχε αίμα στα χέρια. Δεν ξέρω πώς έγινε το πέσιμο». .
Οι δύο διασώστες του ΕΚΑΒ ανάφεραν ότι ο θάνατος προήλθε πριν περίπου μία ώρα από την ώρα που παρέλαβαν την σορό. Μάλιστα ειπώθηκε ότι τέτοιο εύρος αίματος που υπήρχε στον χώρο δεν έχουν ξανασυναντήσει σε άλλα ατυχήματα, στην πολυετή προϋπηρεσίας τους.
Οι συγγενείς του Δράστη
Η μητέρα του κατηγορούμενου μίλησε για μια ωραία οικογένεια που είχε ο γιος της χωρίς να γνωρίζει για τυχόν προβλήματα που υπήρχαν στον γάμο του ζευγαριού. Στην κατάθεση της ανέφερε ως υπόθεση εικάζοντας πώς η συγχωρεμένη πιθανόν να άνοιξε την πόρτα σε κάποιον ο οποίος την χτύπησε, και από τον πανικό και την αγωνία ο γιος της δεν πήρε το ΕΚΑΒ , αλλά τον αδελφό της θανούσης, όταν βρέθηκε αιμόφυρτη.
Ο πατέρας του κατηγορούμενου εξέφρασε τις υποψίες του ότι ο αδερφός της αδικοχαμένης, ο οποίος διέμενε με το ζευγάρι, την έσπρωξε και έπεσε. «Όταν σταμάτησε η κότα με τα χρυσά αυγά διαταράχτηκαν και οι σχέσεις με τα αδέλφια» τόνισε αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο κατηγορούμενος γιος του πρόσφερε σε όλους τους συγγενείς της θανούσης μέχρι ενός σημείου.
Η κατάθεση υπολοίπων μαρτύρων
Η μαγείρισσα του καταστήματος, όπου δούλευε η θανούσα μαζί με τον αδερφό της, για τον οποίο άφησε αιχμές ο πατέρας του κατηγορούμενου, επιβεβαίωσε στην κατάθεση της, ότι ο αδερφός της θανούσας εργαζόταν μαζί της το κρίσιμο εκείνο διάστημα. Επίσης ανάφερε ότι η συμπεριφορά της Χρυσούλας, άλλαζε όταν βρισκόταν με τον άντρα της.
Γείτονας του κατηγορούμενου, αστυνομικός στο επάγγελμα κατέθεσε ότι ποτέ δεν διαπίστωσε στιγμές φασαρίας στην οικεία του κατηγορούμενου, η οποία γειτνιάζει με τη δική του. Μάλιστα ανάφερε ότι έβλεπε συχνά το παιδί του, όταν οι οικείοι της Χρυσούλας τόνιζαν ότι το κορίτσι βρισκόταν συνεχώς με τη γιαγιά του κι ότι συχνά delivery πηγαινοέρχονταν στο σπίτι.
Συνάδερφος του κατηγορούμενου υποστήριξε ότι το βράδυ της ίδιας μέρας του θλιβερού συμβάντος μετέβη στο νοσοκομείο για να δώσει τα χρήματα που όφειλε στον κατηγορούμενο χωρίς να θυμάται ακριβώς την ώρα, την οποία έχει διαλευκάνει η άρση τηλεφωνικού απορρήτου.
Η απολογία
Στο δικαστήριο ο 43χρονος Νίκος Σ επέμενε πώς δεν είχε καμία σχέση με τον θάνατο της συζύγου του. Ο κατηγορούμενος στην απολογία του κατέθεσε «Είχα κατέβει στο υπόγειο να μαζέψω 2 τσάντες με εργαλεία για να πάω σε πελάτες. Όταν έσκυψα να πάρω τα τσιγάρα, είδα κάτω από την πόρτα να υπάρχει αίμα. Με το που άνοιξα το χερούλι, τινάχτηκε η πόρτα και άνοιξε. Είδα την γυναίκα μου αιμόφυρτη σε εμβρυϊκή στάση, τα γόνατα της διπλωμένα και το κεφάλι της στο τρίτο σκαλοπάτι, ακουμπούσε στο σοβατεπί. Με το που άνοιξε η πόρτα, κύλισε σε μένα, τα πόδια ήταν σφηνωμένα στο κούφωμα και προσπάθησα να την τραβήξω».
«Την σήκωσα από το κεφάλι, την τράβηξα μέσα στο μαγαζί που είχα στο υπόγειο. Την έσυρα κάθετα προς τη σκάλα. Άρχισα να φωνάζω τον Χάρη. Τα έχασα, δεν ήξερα τι να κάνω. Φώναζα βοήθεια από το Χάρη. Δεν ήξερα αν ζει. Προσπάθησα να ακούσω την καρδιά της. Ξαναφώναξα, δεν πήρα απάντηση. Είχα ταραχτεί Βγήκα έξω και ούρλιαζα αλλά δεν ήταν κανένας να με ακούσει. Το προηγούμενο βράδυ ήμασταν καλά, δεν μαλώσαμε, δεν υπήρχε λόγος. Το μεσημέρι είχαμε πάει σε βάφτιση και όλα καλά».
«Αυτά που λένε κοιμόταν στην ξαδέλφη της, είναι για κατηγορία εις βάρος μου. Ο αδελφός της έμεινε για 3 χρόνια στο σπίτι μας. Έμενε κανονικά, είχε δωμάτιο , έτρωγε και έπινε εκεί. Το παιδί έμενε μαζί μας. Όσο δούλευε η σύζυγος μου, το πηγαίναμε στην γιαγιά. Όταν δεν δούλευε, έμενε μαζί μας. Πρέπει να βρούνε κάποιες κατηγορίες, γι’ αυτό λένε ότι το παιδί δεν έμενε μαζί μας. Φαίνεται τους πείραξε πολύ ότι ξαναπαντρεύτηκα. Δεν υπάρχει περίπτωση να τα έλεγε διαφορετικά η Χρυσούλα στην οικογένεια της. Από την ημέρα που γνωριστήκαμε μέχρι την ημέρα που πέθανε δεν χωρίσαμε ποτέ. Προσπαθούσαμε να κάνουμε και δεύτερο παιδί. Δε χωρίσαμε ποτέ. Ούτε καν και μετά το θάνατο».
«Από το 2014 και μετά η κόρη μου μένει με τους παππούδες της γιατί δεν θέλω να με βλέπει στην κατάσταση που είμαι. Δε φτάνει που έχασα την γυναίκα μου, αλλά μου ανακοινώνουν ότι είμαι ο κατηγορούμενος. Δε θέλω να με βλέπει το παιδί μου έτσι. Η γυναίκα μου μπορούσε να παίρνει ότι ήθελε από το ταμείο του σπιτιού. Τελευταία είχε αγοράσει κάποια ρούχα 300ευρώ. Από την δουλειά της δεν πληρωνόταν, της χρωστούσαν. Η γυναίκα μου ζαλιζόταν και λιποθυμούσε. Είχε πολλά τέτοια στο παρελθόν. Έκανε και εξετάσεις από το 2002 έως το 2010 είχε λιποθυμικά επεισόδια.».
Η εισαγγελέας
Η εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή και την καταδίκη του συζύγου, χωρίς να του αναγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό, ενώ πρότεινε να απορριφθεί το αίτημα της αναστέλλουσας δύναμης της έφεσης.
«Εντύπωση προκαλεί το γεγονός, ότι ενώ κρίθηκε ομόφωνα ένοχος με το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου και του επιβλήθηκε 20ετη ποινή φυλάκισης, εν τούτοις το δικαστήριο, θεώρησε ότι η έφεση πρέπει να έχει ανασταλτικό χαρακτήρα. Θα πρέπει να μην ξεχνάμε, ότι αποδείχθηκε περίτρανα στο Δικαστήριο η ενοχή του συζύγου και ότι σκότωσε τη γυναίκα του».
Με το νέο ποινικό Κώδικα η ελάφρυνση έχει να κάνει με τη σύννομη συμπεριφορά, την οποία κατ’ επίφαση διήγε ο κατηγορούμενος κατά τα λεγόμενα του εισαγγελέα, ο οποίος είχε χειροδικήσει δημιουργώντας περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας.
«Οπότε δεν θα πρέπει να του αναγνωριστεί ούτε το ελαφρυντικό περαιτέρω σύννομη ζωής. Ούτε καλή συμπεριφορά είχε για μεγάλο διάστημα ούτε αυτόβουλα ηθική μεταστροφή του δράστη υπήρχε. Ακόμα και τους συγγενείς ήθελε να τους έχει από κοντά. Ακόμα τόνισε ότι οφείλεται σε δική του υπαιτιότητα η μη εύλογη διαδικασία της μακράς ποινικής διαδικασίας».
Καταδίκη
Στις 16 Ιουλίου 2019 το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Κοζάνης απέρριψε ομόφωνα και τις τρεις περιπτώσεις ελαφρυντικών, σύννομης ζωής, καλής συμπεριφοράς μετά το αδίκημα και μη εύλογης διάρκειας της ποινικής διαδικασίας.
Έκρινε ομόφωνα τον Νίκο Σ ένοχο για ανθρωποκτονία από πρόθεση της συζύγου του Χρυσούλας Βλάχου σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και του επέβαλε την ποινή της ισόβιας κάθειρξης, χωρίς ελαφρυντικά. Ο καταδικασθείς μετά το άκουσμα της ποινής και την ολοκλήρωση της διαδικασίας οδηγήθηκε στην φυλακή.
Έφεση
Ο καταδικασθείς Νίκος Σ άσκησε έφεση εναντίον της απόφασης του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Κοζάνης και προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας.
Την Τετάρτη 12 Μαΐου 2021 η υπόθεση της Χρυσούλας Βλάχου συζητήθηκε στον Άρειο πάγο, και συγκεκριμένα το αίτημα αναίρεσης του πρώην συζύγου, με την οποία ζητούσε να του αναγνωριστεί το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, με την αντιεισαγγελέα της έδρας να προτείνει να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός του, με αντίθεση την δίκη στο Εφετείο όπου ο εισαγγελέας μίλησε για κατ’ επίφαση έννομη ζωή του κατηγορουμένου, ο οποίος ούτε καλή συμπεριφορά είχε για μεγάλο διάστημα, ούτε αυτόβουλα ηθική μεταστροφή του δράστη υπήρχε.
Η απόφαση του Αρείου Πάγου
Στις 4 Αυγούστου 2022, το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας απέρριψε το αίτημα του Νίκου Σ να του αναγνωριστούν ελαφρυντικά, καθώς και την αναίρεση της απόφασης που τον έκρινε ένοχο για την δολοφονία της συζύγου του. Ο Κατηγορούμενος, μετά από 12 ολόκληρα χρόνια, κρίθηκε οριστικά ένοχος για την δολοφονία, χωρίς να του αναγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό, με αποτέλεσμα να επικυρώνεται η ποινή των ισοβίων.
Οι συγγενείς της Χρυσούλας, αισθανόμενοι δικαιωμένοι, δήλωσαν στο Kozanilife.gr «Η Χρυσούλα δεν γυρίζει πίσω, αλλά για την ψυχή της είναι μία δίκαιη απόφαση. Έχουμε εμπιστοσύνη στην δικαιοσύνη. Για ποιον έντιμο βίο να μιλήσουμε, όταν η Χρυσούλα ήταν φυλακισμένη στο ίδιο της το σπίτι και δεχόταν ενδοοικογενειακή βία. Όχι άλλα δικαιώματα στους φονιάδες. Η δικαιοσύνη έδειξε ότι ο δρόμος για το έγκλημα, είναι κλειστός. Ευχαριστούμε την Ελληνική Δικαιοσύνη, ένα τεράστιο ευχαριστώ στον κ. Μπίκα , τον πολιτικώς ενάγοντα και τον κ. Θεοδωρίδη για το φως που έριξε στην υπόθεση της Χρυσούλας.
Πηγή: Kozanilife, Kozan.gr, Tatianalive, Mega, Protothema